Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2017

ελπίδα παγίδα - Βίκυ Βανίδη

"Αυλές παγωμένες στο λευκό"-Τρομάζω!
Ο παλιός εφιάλτης
παραμονεύει μοχθηρά
στο χιονισμένο τοπίο·
χρόνια τώρα μου τρώει τα σωθικά αυτή η ντροπή
« σπουργίτια να ξεψυχούν
πιασμένα σε ξόβεργες»
Μέσα στον εφιάλτη μου ουρλιάζω
για να τρομάξουν. Μη, μην πλησιάζετε 
την ελεημοσύνη των ανθρωποειδών
αυτή τη δόλια παγίδα 
που τσαλακώνει τα φτερά σας
και πετρώνει τα κορμιά σας.
Μη σας παρακαλώ, μη
πεθαίνετε για μια ψίχα
στο ράμφος


Κραυγή άηχη
στην ερημιά της ψύχρας
στο βάθος ακούγεται
μια καμπάνα
που χτυπάει αναίτια·
μέρος του παιχνιδιού και αυτή 
συντηρεί χωρίς έντονες αντιδράσεις  
την ακόρεστη πείνα
των ισχυρών για εξουσία
και οδηγεί με ευλαβική συνέπεια 
τους αδύναμους στην παγίδα
των καλύτερων που έρχονται.
Με πονάει αυτή η σχεδόν βεβαιότητα 
Είναι η γαμημένη επιβίωση
που κλείνει τους διαδρόμους
απογείωσης προς το ανέφικτο;

Ω!  συ  ελπίδα
κοφτερή λεπίδα
της εξουσίας
είσαι ταγμένη
να διαμελίζεις
θανατερά
τα φτερά μας

Σχετική εικόνα

Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017

Άυλες διαδρομές- Λιμάνια και Άγριες θάλασσες -Βίκυ Βανίδη

-Δεν βαρέθηκες να περιμένεις;

Ξαφνικά ένιωσα μια φωνή δίπλα μου, δεν κατάλαβα πότε ήρθε και κάθισε στην άκρη του παγκακιού αυτή η γυναίκα. Τα καράβια που έφευγαν ταξίδια του μυαλού μου και η πραγματικότητα άγκυρα που αυτή τη στιγμή δεν την χρειαζόμουν. Γύρισα προς το μέρος της, με κοιτούσε επίμονα, το βλέμμα της, παρ΄όλο που με άγγιζε με μια σχεδόν μητρική τρυφερότητα, είχε κάτι σκοτεινό κάτι σαν απόγνωση αναμειγμένη με θυμό.

-Περιμένω; Τι νομίζετε ότι περιμένω;

-Το μαγικό γαμήσι που θα σου χαρίσει το μεγάλο οργασμό

Με ξάφνιασε! Μια γυναίκα στην ηλικία της να μιλάει τόσο απροκάλυπτα! Τα ΄χασα δεν ήξερα τι να απαντήσω οπότε υιοθέτησα γρήγορα το γνωστό κόλπο των επεξηγήσεων

-Τι εννοείται δεν καταλαβαίνω

-Το μεγάλο έρωτα ντε, αφού το θέλεις συγκαλυμμένα

-Το μεγάλο έρωτα; Μα πως το συμπεράνατε αυτό; Εμένα απλά μ΄αρέσει να κοιτάω την κίνηση του λιμανιού

- Ναι ξέρω... Κοίτα όλες στα λιμάνια τον περιμένουμε, μας έπεισε βλέπεις η προπαγάνδα των χλιαρών ρομαντικών διηγημάτων, αλλά στα λιμάνια μόνο εμπορικές δοσοληψίες γίνονται όμως ο έρωτας δεν είναι ανταλλακτικός και στο λέω με βεβαιότητα τελικά από στην άλλη πλευρά έρχεται

Την κοίταξα με απορία,ήταν μια γυναίκα γύρω στα ογδόντα με ζαρωμένo δέρμα, όμως τα μάτια της ακτινοβολούσαν εφηβεία και τα χείλη της παρέμεναν φιλήδονα. Στην άλλη μεριά η θάλασσα χτυπιόταν και έσπαγε αφρίζοντας στα βράχια.

- Η θάλασσα των λιμανιών είναι εκπαιδευμένη να είναι καρτερική, ήσυχη, να αγκαλιάζει και όσους έρχονται και όσους φεύγουν. Είναι γεμάτη φώτα και στολίδια για να είναι ελκυστική, στο βάθος της όμως είναι βόθρος έτσι και κάνει κανείς να βουτήξει μέσα της θα πάθει ασφυξία από τη βρώμα της. Τόσο ακίνητη που στο τέλος καταντάει πληκτική.

- Μα πως μπορείτε  να το λέτε αυτό; Τα λιμάνια είναι γεμάτα κίνηση, είναι αφετηρίες ταξιδιών, ελπίδα για νέους ορίζοντες.

-Όσα καράβια και αν έρθουν όσα και αν φύγουν η κίνηση είναι μια και συγκεκριμένη δεν αλλάζει ρότα, είναι μηχανική. Αλήθεια θα μπορούσες να ζεις αυτή τη ρουτίνα; Να ταξιδεύεις ακίνητη; Δες την άλλη πως χτυπιέται στα βράχια θέλει να ξεφύγει από τα όρια της όμως τελικά αυτοπειθαρχεί στους κανόνες της φύσης γιατί ξέρει πως αν ξεφύγει θα γίνει ολέθρια για τους άλλους και έτσι γαληνεύει μέχρι την επόμενη φορά που θα αναμετρηθεί με τον εαυτό της. Δεν χρειάζεται εκπαίδευση για να γνωρίζει τα όρια της αλλά αυτό δεν την εμποδίζει να κινείται, να ζει και να υπάρχει στα όρια της. Γουστάρει την πολυκοσμία αλλά αρκείται στον εαυτό της, γιαυτό δεν τάζει μαγικά ταξίδια για να σε ξεγελάσει. σου δείχνει καθάρια το βυθό της με τις ασχήμιες και τις ομορφιές και σ΄ αφήνει να την εξερευνήσεις. Οι άγριες θάλασσες δεν αναζητούν την αρχή τους ούτε τους απασχολεί το τέλος τους χαίρονται μόνο την ορμή του ανέμου που διασκορπίζει το σώμα τους.

Ήδη την κοιτούσα με ενδιαφέρον, σχεδόν καταλάβαινα και μου άρεσε αυτό που ήθελε να πει, δεν μίλησα μόνο έγνεψα καταφατικά

-Κοίτα μια κατασκευασμένη λωρίδα χωρίζει την αγριάδα από την κολακεία της, η θάλασσα μία είναι, οι πλευρές της αλλάζουν. Από την πλευρά των βράχων είναι η φύση της και από δω η εξημέρωση της. Γιαυτό σου λέω οι μεγάλοι οργασμοί δεν συχνάζουν στα λιμάνια, ασφυκτιούν στο ‘μέρωμα, προτιμούν να ζουν και να αναπνέουν στα άγρια ένστικτα μας και δεν χρειάζεται να τους περιμένεις,  αρκεί να διαβείς την κατασκευασμένη λωρίδα που σε χωρίζει από τη φύση σου και τότε θα τους βρεις να σε περιμένουν. Η φύση μας είναι ανήσυχη όπως και ο έρωτας, έλα πάμε να αλλάξουμε πλευρά

Άπλωσε το χέρι της και έπιασε το δικό μου, ασυναίσθητα τα σύγκρινα, το δικό μου απαλό, λείο και λευκό το δικό της τραχύ, ζαρωμένο, γεμάτο στίγματα και εκείνη τη στιγμή ένιωσα βαθιά μέσα μου ότι δεν με τρομάζει η φθορά.

-Εσύ έζησε το μεγάλο οργασμό;

-Από σένα εξαρτάται. Αν τον ζήσεις θα τον έχω ζήσει.-


Αποτέλεσμα εικόνας για κουλε
Κούλε Ηράκλειο Κρήτης







-

Κυριακή 27 Αυγούστου 2017

απόσπασμα από την "Καντάτα" - Τάσος Λειβαδίτης

Ένα περίεργο επεισόδιο διαβάζαμε τελευταία στις εφημερίδες,
ένας άντρας πήγε σ’ ένα απ’ αυτά τα «σπίτια»,
πήρε μια γυναίκα,
μα μόλις μπαίνουν στο δωμάτιο,
αντί να γδυθεί και να επαναλάβει την αιώνια κίνηση,
γονάτισε μπροστά της, λέει, και της ζητούσε να τον αφήσει
να κλάψει στα πόδια της. Εκείνη βάζει τις φωνές,
«εδώ έρχονται για άλλα πράγματα»,
οι άλλοι απ’ έξω δώστου χτυπήματα στην πόρτα.
Με τα πολλά άνοιξαν και τον διώξανε με τις κλωτσιές
— ακούς εκεί διαστροφή να θέλει, να κλάψει μπρος σε μια γυναίκα.
Εκείνος έστριψε τη γωνία και χάθηκε καταντροπιασμένος.
Κανείς δεν τον ξανάδε πια.
Και μόνο εκείνη η γυναίκα,
θα ‘ρθει η αναπότρεπτη ώρα μια νύχτα, που θα νοιώσει τον τρόμο ξαφνικά,
πως στέρησε τον εαυτό της απ’ την πιο βαθιά,
την πιο μεγάλη ερωτική πράξη
μην αφήνοντας έναν άντρα να κλάψει στα πόδια της.


Κυριακή 20 Αυγούστου 2017

ναυάγια ονείρων - Βίκυ Βανίδη

Φωτογραφία του Εκπτωτος Αγγελος.
ΦΩΤΟ: Έκπτωτος Άγγελος fb


Στα βάθη της σκοτεινής θάλασσας
σβήνουν οι φεγγαρόδρομοι
τα χάρτινα παραμύθια 
λιώνουν 
πάνω στο κύμα 
ο χρόνος βαδίζει πάντα στο κενό·
και οι εφηβικές μας ανησυχίες
ήσυχα  παραδόθηκαν 
στο τίποτα που δεν αλλάζει

Μόνο κάτι όνειρα ναυάγια
σε έρημη ακρογιαλιά
προσμένουν κείνη
την αιώνια μέρα
που θα τ΄αναστήσει

ελπίδα
οι εμμονές μου επιμένουν
να την κρατήσω ζωντανή

Όμως εσύ είσαι όνειρο
κλεισμένο σε μπουκάλι
ναυάγιο στα βάθη του
ωκεανού που δεν θ΄αγγίξω

Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017

αποστειρώσεις -Βίκυ Βανίδη

Πώς να μείνει ο ακροβάτης
σ΄ αυτήν την πόλη;
Εδώ όλοι βαδίζουν σε στενά δρομάκια
και ανασαίνουν σε μικρές πλατείες
δεν αιωρούνται σε σκοινιά
δεν ανοίγουν δρόμους σε όνειρα
είναι όλοι ευυπόληπτοι με τίμια επαγγέλματα
περιορισμένα ωράρια και βάδισμα
στοιχισμένο -ασφυχτικό-

Δε χωράει κανείς αλλοπαρμένος
που τραμπαλίζεται στα σύννεφα
ανοίγει δρόμους πέρα από την αφή
περπατάει σε ξυλοπόδαρα
και ξεχωρίζει άλλους ορίζοντες·
εδώ, οι δρόμοι είναι φκιαγμένοι
από παραδοσιακά στέρεα υλικά
ματώνουν τα αλαφροπατήματα


Σ΄ αυτή την πόλη
δεν κυκλοφορούν αδέσποτα όνειρα
μόνο κάτι μουντά ξεθωριάζουν
σκεπασμένα στα μεταξωτά σεντόνια
βουλιάζουν σε πουπουλένια μαξιλάρια
μιας επινοημένης πρόφασης
που τα προφυλάγει από
βαθιές θάλασσες


Οι δρόμοι εδώ είναι τόσο
πληκτικοί
που ένα ξεστράτισμα
θα ‘τανε θαύμα

Η πόλη αυτή δεν αντέχει
τους ακροβάτες
πνίγει την ευλογία τους 




 Σχετική εικόνα




Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

στάση μικρή -Βίκυ Βανίδη

Σε μια μικρή πάροδο η συνάντηση μας
στη σκιά ενός αιωρούμενου μυστηρίου
δεν πρόσεξα το σήμα του αδιέξοδου
και προχώρησα μέχρι τη κόκκινη γραμμή
του τέλους, εκεί με περίμενε απειλητικό
φωσφορίζον «μη παρκάρετε».
Σ’ αυτή την αγκαλιά δεν αράζεις
ατμίζεις τον πόθο της και εξατμίζεσαι

στάση μικρή
της ηδονής
της γρήγορης πτήσης
της υπέροχης πλάνης
του ασχημάτιστου έρωτα
του σπαραγμού
της πτώσης μου
στάση μικρή
μου έδωσες τη χαρά
της αιώνιας ανατριχίλας
στην αυταπάτη της συνέχειας


Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

καλοκαιρινός έρωτας -Βίκυ Βανίδη

Στις νύχτες του καλοκαιριού

που οι έρωτες ακούν αηδόνια
και τρανζίστορ στις ακρογιαλιές
φύλαξα λέξεις φλογερές 
για να ανάβω φωτιές
στο μυαλό σου




Παρασκευή 2 Ιουνίου 2017

αποτυχημένες αιωρήσεις -Βίκυ Βανίδη

Έριξε το μισό της σώμα έξω από τα κάγκελα. Τα πόδια σαν βαρίδια κόλλησαν στις πλάκες της βεράντας , ο κορμός της αιωρήθηκε στο γκρίζο τοπίο του ακάλυπτου. Κουνούσε τα χέρια της σαν να ήταν φτερά, ήθελε να ενωθεί με την πολύχρωμη μπουγάδα που ανέμιζε στο απέναντι μπαλκόνι. Αυτά τα πόδια σαν τα μανταλάκια της μπουγάδας την κράτησαν πάλι αιχμάλωτη στη μοναξιά της

Μεγάλωσε με κλειστά παράθυρα,  σε γκρίζους τοίχους γεμάτους βιβλία. Η ζωή της ήταν ρυθμισμένη σε χλιαρά προγράμματα τα θερμά και τα άπρεπα τα διάβαζε στα βιβλία. Αχ τα βιβλία της! Έτρεχαν σε λιβάδια, σε βουνά, σε θάλασσες. Ένιωθαν ταραχές σε γυμνά κορμιά, παμπάλαιες πυρκαγιές που την τσουρούφλιζαν και μετά έτρεχε ξαναμμένη στο μπάνιο να τις σβήσει μες τις σιωπές της.

Σήμερα λίγες ασθενικές αχτίδες μπήκαν απρόσκλητες στην κάμαρη της. Είδε στον καθρέφτη τα μαγουλά της να έχουν ένα απωθητικό κίτρινο χρώμα λες και την εκδικούνται για τα φιλιά και τα χάδια που έδιωξε. Βγήκε στη βεράντα αποφασισμένη αλλά για άλλη μια φορά τα φτερά νικήθηκαν από τα πόδια ._


Αποτέλεσμα εικόνας για μπουγαδα στο ονειρο

Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Μίλα μου σαν τη βροχή-Τένεσι Ουίλιαμς

Σ΄ ένα μικρό δωμάτιο, κάπου στον κόσμο, μια γυναίκα κι ένας άντρας παλεύουν με τους δαίμονες που γεννάει η απόσταση.

Απόσπασμα από το μονόπρακτο  "Μίλα μου σαν τη βροχή" που έχει γράψει ο Τένεσι Ουίλιαμς




ΑΝΤΡΑΣ: Πάει τόσος καιρός από τότε που εμείς οι δύο δεν είμαστε παρά μόνο ένα ζευγάρι από δύο ξένους που ζουν μαζί. Ας ξαναβρούμε ο ένας τον άλλο κι ίσως να η χαθούμε πια. Μίλα μου! Ήμουνα χαμένος! Σε σκεφτόμουν πολύ συχνά αλλά δεν μπορούσα να σε βρω, αγάπη μου. Σε σκεφτόμουν όλη την ώρα αλλά δεν μπορούσα να σου πω «είμαι χαμένος;». Χαμένος μέσα στην πόλη; Περνώντας από χέρι σε χέρι σαν λερωμένη καρτ ποστάλ; Και τότε ακριβώς, έκλεινα το τηλέφωνο... Είμαι χαμένος σ' αυτή... την πόλη...

ΓΥΝΑΙΚΑ: Δεν είχα τίποτα άλλο παρά μόνο νερό από τότε που έφυγες! Τίποτα άλλο από στιγμιαίο καφέ ώσπου κι αυτός σώθηκε, και νερό.

ΑΝΤΡΑΣ: Μπορείς να μου μιλάς τώρα αγάπη μου; Μπορείς να μου μιλάς;

ΓΥΝΑΙΚΑ: Ναι.
 

ΑΝΤΡΑΣ: Καλά λοιπόν, μίλα μου σαν τη βροχή και άφησέ με ν' ακούω... Άφησέ με να μένω εδώ ξαπλωμένος και ν' ακούω... Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που... είχαμε εξαφανιστεί ο ένας με τον άλλον. Τώρα πες μου, μίλα μου. Τι σκεφτόσουν στη σιωπή; Ενώ εγώ περνούσα από χέρι σε χέρι, σαν βρώμικη καρτ ποστάλ σ' αυτή την πόλη... Πες μου... Μίλα μου... Μίλα μου σαν τη βροχή κι εγώ θα μείνω εδώ ξαπλωμένος και θ' ακούω.

ΓΥΝΑΙΚΑ: Θέλω...

ΑΝΤΡΑΣ: Το έχεις καταλάβει, είναι απαραίτητο! Εγώ το ξέρω πια, γι΄ αυτό μίλα μου σαν τη βροχή κι εγώ θα μείνω εδώ ξαπλωμένος και θ' ακούω, θα μείνω εδώ ξαπλωμένος και...

ΓΥΝΑΙΚΑ: Θέλω να φύγω.

ΑΝΤΡΑΣ: Θέλεις;

ΓΥΝΑΙΚΑ: Θ έ λ ω  ν α   φ ύ γ ω!

ΑΝΤΡΑΣ: Πώς;

ΓΥΝΑΙΚΑ: Μόνη μου! Θα γραφτώ στο βιβλίο ενός μικρού ξενοδοχείου κοντά στη θάλασσα κάτω από ένα πλαστό όνομα...

ΑΝΤΡΑΣ: Τι όνομα;

ΓΥΝΑΙΚΑ: Άννα... Τζόουνς... Η καμαριέρα θα είναι μια μικροκαμωμένη γριά, που θα έχει έναν εγγονό και θα μιλάει γι' αυτόν... Θα κάθομαι στην καρέκλα όση ώρα η γριά γυναίκα θα φτιάχνει το κρεβάτι, με τα χέρια μου κρεμασμένα στα πλάγια... Και με τη φωνή της που θα είναι ήρεμη, γαλήνια, θα μου διηγείται τι έφαγε ο εγγονός της. Ταπιόκα και κρέμα. Το δωμάτιο θα είναι γεμάτο ίσκιους, δροσερό, και θα πλημμυρίζει με το μουρμουρητό της...

ΑΝΤΡΑΣ: Βροχής;

ΓΥΝΑΙΚΑ: Ναι. Της βροχής.

ΑΝΤΡΑΣ: Και;

ΓΥΝΑΙΚΑ: Η αγωνία θα περάσει.

ΑΝΤΡΑΣ: Ναι...

ΓΥΝΑΙΚΑ: Ύστερα από λίγο η μικροκαμωμένη γριά γυναίκα θα λέει, «το κρεβάτι σας είναι έτοιμο κυρία» και 'γω θα λέω «ευχαριστώ». Θα βγάζω ένα δολάριο από την τσέπη μου. Η πόρτα θα κλείνει. Και θα είμαι μόνη μου πάλι. Τα παράθυρα θα είναι ψηλά με μπλε παραθυρόφυλλα και θα είναι μια εποχή βροχής... Βροχής... Βροχής... Η ζωή μου θα είναι σαν το δωμάτιο, κρύα... με ίσκιους, κρύα και πλημμυρισμένη από το μουρμουρητό της...

ΑΝΤΡΑΣ: Βροχής...

ΓΥΝΑΙΚΑ: Θα λαβαίνω ένα τσεκ αεροπορικό κάθε βδομάδα που μπορώ να το υπολογίζω από τώρα. Η μικροσκοπική γριά γυναίκα θα εξαργυρώνει τα τσεκ για λογαριασμό μου και θα μου φέρνει βιβλία από μια βιβλιοθήκη και θα φροντίζει για τα ρούχα μου, να πλυθούν. Θα έχω πάντα καθαρά πράγματα! Θα ντύνομαι στα άσπρα. Δεν είμαι ποτέ πολύ δυνατή ούτε θα μου έχει μείνει πολλή ενεργητικότητα, αλλά θα έχω αρκετή ύστερα από λίγο καιρό, για να περπατάω στην πλατεία... Στον περίπατο... Να περπατάω στην παραλία χωρίς προσπάθεια... Τα βράδια θα περπατάω στο μάκρος της παραλίας, στον περίπατο. Θα έχω μια ορισμένη θέση στην παραλία, όπου θα πηγαίνω να κάθομαι, λίγο πιο μακριά από εκεί που είναι το περίπτερο, όπου η μπάντα παίζει επιλογές του Βίκτορ Χέρμπερτ όταν νυχτώνει... Θα έχω ένα μεγάλο δωμάτιο με ξώφυλλα στα παράθυρα... Θα είναι μια εποχή βροχής, βροχής... Και θα είμαι τόσο εξαντλημένη ύστερα από τη ζωή μου στην πόλη που δεν θα με νοιάζει που θ' ακούω τη βροχή. Θα είμαι τόσο ήρεμη! Οι γραμμές θα εξαφανιστούν από το πρόσωπό μου. Τα μάτια μου δεν θα είναι ποτέ πια κόκκινα. Δεν θα έχω φίλους. Δεν θα έχω ούτε γνωριμίες. Όταν θα νυστάζω, θα γυρίζω ήσυχα πίσω στο ξενοδοχείο. Ο ξενοδόχος θα λέει, «καλησπέρα κυρία Τζόουνς» και γω μόλις που θα χαμογελάω και θα παίρνω το κλειδί μου. Δεν θα διαβάζω ποτέ εφημερίδες ούτε θα ακούω ραδιόφωνο. Δεν θα έχω την παραμικρή ιδέα τι γίνεται στον κόσμο. Δεν θα έχω καμιά συναίσθηση από το χρόνο που περνάει. Κάποια μέρα θα κοιτάξω στον καθρέφτη και θα δω ότι τα μαλλιά μου έχουν αρχίσει να γίνονται γκρίζα και για πρώτη φορά θ' ανακαλύψω ότι έζησα σ' αυτό το μικρό ξενοδοχείο, με ένα ψεύτικο όνομα, χωρίς καθόλου φίλους ή γνωστούς, ή κανενός είδους σχέσεις, για εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια. Θα με ξαφνιάσει λίγο αλλά δεν θα με τρομάξει καθόλου. Θα είμαι ευχαριστημένη που ο χρόνος θα έχει περάσει τόσο εύκολα. Μια φορά στο τόσο θα πηγαίνω στον κινηματογράφο. Θα κάθομαι στις πίσω σειρές με όλο αυτό το σκοτάδι γύρω μου και με κείνες τις φιγούρες ακίνητες στο πλάι μου, χωρίς να με προσέχουν. Βλέποντας την οθόνη. Φανταστικός κόσμος. Ο κόσμος των παραμυθιών. Θα διαβάζω μεγάλα βιβλία και το ημερολόγιο των νεκρών συγγραφέων. Θα νιώθω πολύ πιο κοντά τους, πολύ περισσότερο από ότι ένιωσα ποτέ για ανθρώπους που γνώρισα, προτού να φύγω από τον κόσμο. Θα είναι γλυκιά και ψυχρή μαζί αυτή η φιλία μου με τους νεκρούς ποιητές γιατί δεν θα μπορώ να τους αγγίζω ούτε και ν' απαντάω στις ερωτήσεις τους. Θα μου μιλάνε και δεν θα περιμένουν να τους απαντήσω. Και θα νυστάζω ακούγοντας τις φωνές τους να εξηγούν σε μένα τα μυστήρια. Θα με παίρνει ο ύπνος με το βιβλίο ακόμα στα χέρια μου, και θα βρέχει. Θα ξυπνάω και θ΄ ακούω τη βροχή και θα ξανακοιμάμαι. Μια εποχή βροχής... Βροχής... Βροχής... Και τότε κάποια μέρα, όταν θα έχω κλείσει ένα βιβλίο, ή θα γυρίζω στο σπίτι, μόνη μου, από τον κινηματογράφο στις έντεκα η ώρα τη νύχτα, θα κοιτάξω τον καθρέφτη και θα δω ότι τα μαλλιά μου έγιναν άσπρα. Άσπρα, εντελώς άσπρα. Τόσο άσπρα όσο και ο αφρός στα κύματα... Θα κρεμάσω τα χέρια μου στο μάκρος του κορμιού μου, και τότε θα ανακαλύψω πόσο τρομακτικά ελαφριά και λεπτή έχω γίνει. Ω, εγώ, πόσο λεπτή θα έχω γίνει! Σχεδόν διαφανής. Όχι πια πραγματική, γήινη. Τότε θ΄ ανακαλύψω, θα καταλάβω, κάπως θολά, ότι έμεινα συνεχώς εδώ, σ΄ αυτό το μικρό ξενοδοχείο, χωρίς καθόλου κοινωνικές σχέσεις, υποχρεώσεις, αγωνίες ή ενοχλήσεις κάθε λογής, για πενήντα ολόκληρα χρόνια! Μισό αιώνα. Μια ζωή, στην ουσία. Δεν θα θυμάμαι πια ούτε τα ονόματα των ανθρώπων που γνώριζα προτού να έρθω εδώ, ούτε και πως αισθάνεται κάποιος που περιμένει κάποιον άλλον και που μπορεί να μην έρθει... Τότε λοιπόν θα ξέρω, κοιτώντας τον καθρέφτη, πως ήρθε για μένα η πρώτη εποχή, για να περπατήσω άλλη μια φορά μόνη μου στην πλατεία, με το δυνατό άνεμο να με χτυπάει, τον άσπρο καθαρό άνεμο που φυσάει από την άκρη του κόσμου, και ακόμα πιο μακριά από 'κει, πέρα από τις ψυχρές χαμένες επιφάνειες του διαστήματος, πολύ πιο πέρα από ό,τι υπάρχει, πέρα μακριά από τις άκριες στο γήινο χώρο... Και τότε θα βγω έξω και θα περπατήσω στην πλατεία. Θα περπατήσω μόνη μου και θα γίνομαι όλο και πιο αδύνατη, πιο αδύνατη, πιο αδύνατη...

ΑΝΤΡΑΣ: Έλα στο κρεβάτι, μωρό μου.

ΓΥΝΑΙΚΑ: Ολοένα και πιο αδύνατη. Πιο αδύνατη, πιο αδύνατη, πιο αδύνατη, πιο αδύνατη!

(Ο άντρας την φτάνει και την παίρνει δια της βίας από την καρέκλα μπροστά στο παράθυρο).





ΓΥΝΑΙΚΑ: Ώσπου στο τέλος δεν θα έχω καθόλου σώμα πια, και ο αέρας θα με σηκώνει στα παγωμένα άσπρα του χέρια για πάντα και θα με πάρει μακριά!

ΑΝΤΡΑΣ:
(Το στόμα του στο λαιμό της). Έλα στο κρεβάτι, μαζί μου.

ΓΥΝΑΙΚΑ: Θέλω να φύγω, να φύγω! (Την αφήνει και κείνη φτάνει στη μέση του δωματίου κλαίγοντας χωρίς έλεγχο. Κάθεται στο κρεβάτι. Εκείνος πηγαίνει στο παράθυρο, η βροχή δυναμώνει. Η γυναίκα σταυρώνει τα χέρια της μπροστά στο στήθος της. Οι λυγμοί της εξασθενούν αλλά αναπνέει με δυσκολία. Το φως αραιώνει, ακούγεται ο άνεμος δυνατά. Ο άντρας κοιτάζει έξω από το παράθυρο. Στο τέλος εκείνη του λέει μαλακά: ) Έλα στο κρεβάτι. Έλα στο κρεβάτι, μωρό μου...





Θάνος Ανεστόπουλος - Μίλα μου σαν τη βροχή...







Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Διαπλοκή -Βίκυ Βανίδη

Ψέμματα είπε, δεν περιμένει τον οδοιπόρο/ αφήγημα είναι για να κρατάει την κάψα των μνηστήρων ζωντανή/ο θρόνος έχει άλλο βασιλιά, πάντα βαλσαμωμένο./Οι μνηστήρες όμως τρέφουν την εξουσία της /σε αυτήν είναι πιστή, για αυτήν ξεπλέκει μέσα στο σκοτάδι/ για να της δίνει νήματα για καινούργια πλεκτά
Και οι μνηστήρες;
Ξέρουν ότι είναι άπιστη, προτιμούν όμως το μύθο της αγιοσύνης/ πλέκουν αυταπάτες και περιμένουν τη μέρα που θα χρυσώσει το σπέρμα τους

Μέχρι τότε ησυχάζουν το φαλλό τους με την παλάμη τους



Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

το ποίημα της ζωής μου- Βίκυ Βανίδη

Στου έρωτα το θαύμα γεννήθηκα ξημέρωμα
στον ίσκιο της ήρεμης φλαμουριάς μεγάλωνα
βυζαίνοντας τη γλυκιά ζεστασιά της σοφίας της·
ακτινοβολούσαν ουτοπίες οι μέρες μου και
στις στιγμές μου σεργιανούσαν πράγματα πολλά
σύννεφα πουλιά ερπετά όνειρα κίτρινα φύλλα

κάποτε φεύγοντας τα χελιδόνια μ’ άφησαν
σε ένα κόσμο γεμάτο ανυπόφορα θρύψαλα

Στου φθινοπώρου τα πρωτοβρόχια κρατικογνώστες
μ΄άρπαξαν να με φορμάρουν στα μέτρα τους
μη μιλάς μη γελάς μη κλαις μην αυθαδιάζεις
μην κάνεις ανόητες ερωτήσεις·
αφέθηκα στο έλεος των τετράγωνων κελιών
για ν΄ απωλέσω τους κύκλους των θαυμάτων

πήρα απολυτήριο για να διάγω βίο ανύπαρκτο
μέχρι που ο σύντροφος ήλιος μου χαμογέλασε

Στα φτερά της αλητείας ταξίδεψα
την επανάσταση συνάντησα σε νοσηρούς έρωτες
στου κρασιού τη μέθη βούλιαζα γυμνή
με χαλασμένη πυξίδα χάθηκα σε σκοτεινές ηδονές
τελικά στις παρακάμψεις των καλών προθέσεων
συνάντησα το μονοπάτι της ζωντανής ποίησης

τώρα τα βράδια πλαγιάζω σε μαγικές αυλές
και τραγουδώ παρέα με τ΄αηδόνια


Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Είμαστε όλοι ψώνια -Χρήστος Ζάχος

Ψώνια με την τέχνη μας
ψώνια με το σώμα μας
φώνια με τα απόκρυφά μας
ψώνια γενικώς
ψώνια ειδικώς
Εκθέτουμε την τέχνη μας
εκθέτουμε την ψυχή μας
ζητάμε αποδοχή
αναγνώριση
επιβεβαίωση
ζητάμε τον κόσμο όλο
Δεν το παραδεχόμαστε ποτέ
Χλευάζουμε ,και κατακρίνουμε τους άλλους
τους ρηχούς
Εμείς έχουμε βάθος
εμείς είμαστε έξω από το σύστημα
εμείς είμαστε καταραμένοι
Ξεφεύγουμε από τη μοναξιά με αλκοόλ
ναρκωτικά, έρωτα
και τέχνη φυσικά
Εκδιδόμαστε
Εκδιδόμαστε φανερά
Διαφορά καμία από τους πόρνους δεν έχουμε
ή μήπως έχουμε;
Αυτοί νικούν τη λήθη
ή κυνικά αδιαφορούν
ενώ εμείς
είμαστε απλά
ματαιόδοξα ψώνια
του κερατά.

από τη συλλογή Χ-έγερση υποσυνειδήτου, 2014


Παρασκευή 31 Μαρτίου 2017

μήνυμα, πες το με τέχνη - σ΄αγαπώ

Στον έρωτα μήπως όλες οι φορές που αγαπούμε δεν είναι πρώτες;
Μενέλαος Λουντέμης από το “Καληνύχτα ζωή”




Κεραυνοβόλος έρωτας (Βισουάβα Συμπόρσκα)- απόσπασμα

Πίστευαν και οι δύο ακράδαντα
ότι ένα ξαφνικό πάθος τούς ένωσε.
Μια τέτοια βεβαιότητα είναι ωραία,
αλλά η αβεβαιότητα είναι ακόμη πιο ωραία.

Αφού δεν έτυχε να συναντηθούν ποτέ στο παρελθόν, ήταν πεπεισμένοι
ότι τίποτα δεν είχε υπάρξει μεταξύ τους.
Αλλά τι λένε οι δρόμοι, οι σκάλες, οι διάδρομοι –
μήπως είχαν προσπεράσει εκεί ο ένας τον άλλον ένα εκατομμύριο φορές;

Θα ’θελα να τους ρωτήσω
αν θυμούνται –
τη στιγμή που διασταυρώθηκαν τα βλέμματά τους
σε κάποια περιστρεφόμενη πόρτα;
Ίσως ένα «συγγνώμη» που ειπώθηκε μέσα στο πλήθος;
Ένα κοφτό «λάθος νούμερο» στο ακουστικό του τηλεφώνου; –
Αλλά ξέρω την απάντηση.
Όχι, δεν θυμούνται.

Θα τους ξάφνιαζε αν μάθαιναν
ότι η Τύχη έπαιζε μαζί τους
για χρόνια.


 (Μτφ.: Χάρης Βλαβιανός)



                                                                                                                                    Σαπφώ

Ο έρωτας συγκλόνισε
την καρδιά μου όπως ο άνεμος που κατεβαίνει από το βουνό
τραντάζει τις βελανιδιές

(Μτφ.: Χάρης Βλαβιανός)



Μ’ αρέσει το σώμα μου όταν είναι με το
σώμα σου. Είναι κάτι εντελώς πρωτοφανές.
Μύες καλύτεροι και νεύρα περισσότερα.
Μ΄ αρέσει το σώμα σου. Μ’ αρέσει αυτό που κάνει,
Πώς το κάνει. Μ’ αρέσει να νιώθω τη σπονδυλική σου
στήλη και κάθε κόκαλο του σώματός σου και την
τρεμουλιαστή -σφιχτο-απαλότητα και αυτήν που εγώ θα
φιλήσω, μ’ αρέσει να φιλώ αυτό κι εκείνο πάνω σου,
μ’ αρέσει, να χαϊδεύω αργά το ανασηκωμένο χνούδι
της ηλεκτρικής σου γούνας, και αυτό-που έρχεται
μέσα από σάρκα που ανοίγει….Και μάτια μεγάλα
ερωτο-ψίχουλα,
και ίσως μ αρέσει η συγκίνηση
κάτω από μένα εσύ πρωτοφανής.   

από τη συλλογή «λοιπόν ας φιληθούμε» του E.E Cummings σε μετάφραση Χάρη Βλαβιανού και Γιάννη Δούκα


«To Φιλί» του Rodin, 1882-1889

  ΧLIII (Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ) 
Πώς σ' αγαπώ; Άσε με να μετρήσω τρόπους.
Σε αγαπώ στο βάθος και στο πλάτος και στο ύψος
Που η ψυχή μου μπορεί να κατακτήσει, όταν νιώθει αμήχανη
Για τους σκοπούς της ύπαρξης και της γοητείας της ιδεατής.
Σε αγαπώ στο επίπεδο της καθημερινής
Της πλέον ήρεμης ανάγκης, στο φως του ήλιου και του κεριού.
Σε αγαπώ ελεύθερα, όπως όταν οι άνθρωποι αγωνίζονται για τη νίκη του καλού
Σε αγαπώ αγνά, όπως όταν γυρίζουν από προσευχή.
Σε αγαπώ με ένα πάθος που έβαλα σε χρήση
Μες στις παλιές μου λύπες και με μια πίστη
από την ηλικία μου την παιδική.
Σε αγαπώ με μιαν αγάπη που φαινόταν πως θα χάσω
Με τους χαμένους μου άγιους - Σε αγαπώ με την αναπνοή,
Με τα χαμόγελα και τα δάκρυα όλης της ζωής μου! Κι αν ο Θεός θελήσει,
Μετά τον θάνατο θα σ' αγαπώ ακόμα πιο πολύ

(Μτφ.: Χρίστος Γούδης)



Χέλμουτ Νιούτον – Office Love (1977)
μετράω τρόπους αγαπώ


σαν άγριος- Τόλης Νικηφόρου

έρωτας είναι η σάρκα μου μέσα στη σάρκα σου
και η καφτή αναπνοή σου
το λείο σώμα σου όταν σπαράζει
και ο υπέρτατος σπασμός της ηδονής

έρωτας και τα μάτια σου κλειστά
το στόμα σου μισάνοιχτο σαν ν' απορείς
μες στην απόλυτη εγκατάλειψη του ύπνου

έρωτας χωρίς καμιά προοπτική
ίχνη στο δάπεδο και το σκληρό χαλί
με τη μαυλιστική υπόκρουση κουβέντας
από τα διπλανά γραφεία

έρωτας που φωτίζεται στο τραίνο
απ' τους περαστικούς σταθμούς
έρωτας και στο πεζοδρόμιο της κεντρικής οδού

σαν άγριος θα σε πάρω
πάνω στα αρμυρά σου δάκρυα
σαν τίγρη θα ξεσκίσω το κορμί σου
έρωτας έρωτας φωνάζοντας


Από τη συλλογή Το μαγικό χαλί (1980)

ΡΟΤΟΝΤΑ- Χλόη Κουτσουμπέλη


Ροτόντα.
Μεσημέρι προς βράδυ.
Ψιχαλίζει μικρά πουλιά.
Δεν με αγγίζεις.

Είσαι ολόκληρος μέσα μου.





Άσε με να σ’ αγαπώ (Τζόις Μανσούρ)

αγαπώ τη γεύση απ’το παχύ σου αίμα
το κρατώ καιρό μέσα στο δίχως δόντια στόμα μου
η πυράδα του μου καίει το λαρύγγι
αγαπώ τον ιδρώτα σου
μ’αρέσει να χαϊδεύω τις μασχάλες σου
περίρρυτες από χαρά
άσε με να σ’ αγαπώ
άσε με να γλείφω τα κλειστά σου μάτια
άσε με να τα τρυπήσω με τη σουβλερή μου γλώσσα
και τη γούβα τους να γεμίσω με το θριαμβευτικό μου
σάλιο
άσε με να σε τυφλώσω.

(Μτφ.: Έκτωρ Κακναβάτος)



Αγαπώ θα πει εγώ αγαπώ… Το τι κάνει ο άλλος είναι δική του δουλειά.
Μενέλαος Λουντέμης από το “Καληνύχτα ζωή”



Δε σ' αγαπώ - Pablo Neruda

Δεν σ' αγαπώ σαν νά 'σουν αλίτης, τοπάζι
ή βέλος γαρύφαλλου που σκορπά φωτιά:

σ' αγαπώ όπως αγαπιούνται κάποια ρόδα σκοτεινά
Μυστικά, ανάμεσα σε ψυχή και σκιά

Σ' αγαπώ σαν το φυτό που δεν ανθοφορεί και μέσα του
Κουβαλά, κρυμμένο, το φως από τα άνθη του

Χάρη στον έρωτά σου μέσα στο κορμί μου ζει
το σκοτεινό και συμπυκνωμένο άρωμα που βγαίνει απ' τη γη.

Σ' αγαπώ δίχως να ξέρω πώς, ούτε πότε ούτε κι από πού,
σ' αγαπώ απλά, δίχως προβλήματα κι υπερηφάνεια καμιά:

έτσι σ' αγαπώ γιατί δεν ξέρω αλλιώς ν αγαπώ
παρά μόνον με τον τρόπο να μην είσαι εσύ και να μην είμαι εγώ

τόσο κοντά που το χέρι σου στο στήθος μου να είναι το δικό μου,
τόσο κοντά που να κλείνουνε τα μάτια σου πάνω στο όνειρό μου.


 Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου






Ερωτικό κάλεσμα -Μενέλαος Λουντέμης 

Έλα κοντά μου , δεν είμαι η φωτιά. 
Τις φωτιές τις σβήνουν τα ποτάμια. 
Τις πνίγουν οι νεροποντές. 
Τις κυνηγούν οι βοριάδες.
Δεν είμαι , δεν είμαι η φωτιά. 
Έλα κοντά μου δεν είμαι άνεμος. 
Τους άνεμους τους κόβουν τα βουνά. 
Τους βουβαίνουν τα λιοπύρια. 
Τους σαρώνουν οι κατακλυσμοί. 
Δεν είμαι, δεν είμαι ο άνεμος. 

Εγώ δεν είμαι παρά ένας στρατηλάτης 
ένας αποσταμένος περπατητής 
που ακούμπησε στη ρίζα μιας ελιάς 
ν' ακούσει το τραγούδι των γρύλων.
Κι αν θέλεις, έλα να τ' ακούσουμε μαζί.

Από τη συλλογή "Τα αντικλείδια"


Το Φιλί στο Κρεβάτι, του Henri de Toulouse-Lautrec


Οι κτύποι- Αλεξάνδρα Μπακονίκα

 Στον έρωτα και ούτε δευτερόλεπτο
μετά την κορύφωση των σπασμών,
όπως πλάγιασα πάνω στο στήθος σου
άκουσα να κτυπάει δυνατά η καρδιά σου.
Η ίδια η υπόσταση, το σώμα, η ζωή μου
ήταν για μένα οι κτύποι της καρδιάς σου.
Τόσο απόλυτα.
 

από τη συλλογή Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων, 2012

 

21. Στον Έρωτα πάω όπως και στο Θάνατο: καθαρός, σώμα που το σκούπισε σύννεφο και βροχή.


Μάρκος Μέσκος, Άνθη στο καταραμένο φίδι


John Bramblitt

Κυριακή 26 Μαρτίου 2017

Φλόγα απ' τη στάχτη- Ποιητική Συλλογή του Τόλη Νικηφόρου, 2017

Όταν μέσα σε μια γκρίζα πραγματικότητα σκάει ξαφνικά μια φλόγα απ΄τη στάχτη, ανέσπερο φως απλώνεται  στις σκοτεινές στοές και εξαφανίζει τις σκιές μας . Η έννοια χρόνος σου δείχνει τη γνωστή διαδρομή που αποκτά συγκεκριμένη ροή μέσα στην αοριστία της. Από το χθες περνάς στο σήμερα και οδεύεις για το αύριο. Κάποτε ήσουν, τώρα είσαι,αύριο θα είσαι. Όσο και αν θέλεις να καλπάσεις καβάλα στο χρόνο αυτός δεν ανέχεται ιππέα , δεν μπορείς να πάρεις τα γκέμια και να τον οδηγήσεις , σε οδηγεί με μόνο μια επιλογή , τη διαρκή συνουσία μαζί του και έτσι γεννοβολάς στιγμές που δεν θα γίνουν πότε παιδιά σου, δεν θα τις αναθρέψεις ούτε θα τις μεγαλώσεις, με το που γεννιούνται σου αφήνουν το συναίσθημα της πρώτης επαφής και μετά βγάζουν φτερά και πετούν. Γεννάς στιγμές και αυτές γίνονται αυτόματα Πατέρας και  Μητέρα σε ανατρέφουν και σε μεγαλώνουν.





Στη νέα Ποιητική συλλογή του Τόλη Νικηφόρου "Φλόγα απ' τη στάχτη" ο ποιητής ξεκινάει μεν με τη βεβαιότητα της αβεβαιότητας αλλά όρθιος. Σαν άλλος Σίσυφος, αντί για βράχο, κυλά στην ανηφόρα του τίποτα λέξεις  που τις φτάνει στην κορφή και αυτές πάλι κυλούν στη βάση . ... όρθιος/ στο μονοπάτι προς μια κορυφή/ που δεν υπάρχει... Αυτή η αέναη διαδρομή από το σκοτάδι στο φως και τούμπαλιν είναι το καθημερινό μας μονοπάτι όπως ωραία λέει ο T. S. Eliot «Αυτό που θα μπορούσε να έχει υπάρξει κι αυτό που υπάρχει/Δείχνουν ένα τέλος, που είναι πάντοτε παρόν»

Όρθιοι λοιπόν πορευόμαστε παρέα με αυτά που πέρασαν και έφυγαν ανεπιστρεπτί , με ένα σπουργίτι που τσιμπολογά δίπλα μας  και μας θυμίζει το θαύμα της ζωής , με έναν άνεργο που περιφέρεται και μας δείχνει  την άσχημη και άδικη πλευρά της  και με ένα καινούργιο χαμόγελο που μας περιμένει στη γωνία.  Όρθιοι μέχρις εσχάτων και αιώνια πιστοί στην ουτοπία μας.


Όρθιος 

σαν να μην ήταν το παιχνίδι
απ’ την αρχή στημένο

σαν να νικούσε κάποτε
τον θάνατο η αγάπη

σαν ν’ αχνοφέγγει

‘ κεί στο βάθος η πατρίδα

όρθιος
στο μονοπάτι προς μια κορυφή
που δεν υπάρχει

όρθιος
περήφανο ένα τίποτα
στην άβυσσο της λήθης


Tiziano Vecellio (1548-1549)



άγρια φυτά στην έρημο του κόσμου


παράξενα πλάσματα 
αμετανόητα 
να γράφουν με σπασμένα δάχτυλα 
να τραγουδούν με κομμένο λαιμό 

παράξενα πλάσματα 
ασυμβίβαστα 
ταχυδρομικά περιστέρια 
σε χώρα κυνηγών 
μικρά θερμαντικά σώματα 
στην επικράτεια των πάγων 

μαντατοφόροι μιας αθωότητας 
που αιώνες τώρα 
αναπέμπει νότες μουσικής 
σ' ένα χαμένο ουρανό 

μικρά δακρυσμένα αδέρφια 
άγρια φυτά στην έρημο του κόσμου




στον ουρανό της μνήμης μου


είδα
στο Hyde Park τους κρόκους
ν' ανθίζουν εκθαμβωτικά
μέσα στο χιόνι
από τα βάθη της Ασίας ένας άγνωστος
στην Κόκκινη Πλατεία μου έσφιξε το χέρι
με χτύπησε φιλικά στην πλάτη
απρόσμενα
σε κάποιο πεζοδρόμιο της Θεσσαλονίκης
ένα γατάκι τρίφτηκε στο παντελόνι μου

πολύτιμες στιγμές
σκόρπιες στα χρόνια και τον κόσμο
το πιο φωτεινό όμως αστέρι
στον ουρανό της μνήμης μου
είναι το πρόσωπό σου στο παράθυρο

πέρα μακριά μες στο σκοτάδι
να μου χαμογελάς και να μου γνέφεις
καθώς γύριζ' αργά απ' το γραφείο
έρημος σ' έρημους δρόμους στο Λονδίνο



ανοιξιάτικο σπουργίτι

ένα μακρόστενο τραπέζι με καφέδες
και γύρω-γύρω οι παλιοί συμμαθητές
φίλοι από τα δώδεκα ως το τέλος

από τα δέντρα ν' αναθρώσκουν
οι ευωδιές του Μάη στο μπαλκόνι
ο πρωινός ήλιος να φωτίζει
χαμόγελα κι άσπρα μαλλιά
μια ανεπαίσθητη μελαγχολία

η θάλασσα απρόσιτη
να αστράφτει πέρα κάτω
σαν όνειρο εφηβικό
κι ένα σπουργίτι
να φτερουγίζει με το αεράκι
και να τσιμπολογάει τα ψίχουλα

ωραίος επίλογος
το ανοιξιάτικο σπουργίτι



ως τον υπόνομο

με τις αστραφτερές βιτρίνες
και τα πολύχρωμά της φώτα
με μουσικές και με κραυγές
μέσα στα πλούτη πολιτεία ρακένδυτη


ένας γέρος πεταμένος στη γωνιά
πιο πέρα ο ανάπηρος που ζητιανεύει
ένας άνεργος που περιφέρεται
με την απόγνωση στα μάτια
στο πεζοδρόμιο προκλητικές
ημίγυμνες γυναίκες
ο έφηβος που χτυπάει την ένεση
στην πόρτα παρακάτω


από το ρείθρο ως τον υπόνομο
οι άνθρωποι μαζί με τα σκουπίδια
που παρασέρνουν τα βρομόνερα
χαρτοπετσέτες κι αποτσίγαρα
φλέματα και ωραία λόγια, διακηρύξεις


το άγριο θηρίο της μοναξιάς

ανοίξτε την καρδιά σας στα παιδιά
στον διπλανό και στον απέναντι
στ' αδέσποτα
σε κάθε μικρό κι ανυπεράσπιστο

μη φοβηθείτε τη διάψευση
την πιθανή απογοήτευση 
κι αυτή την προδοσία

ανοίξτε την καρδιά σας στον κόσμο
τρυφερή κι ευάλωτη
με τη βαθύτερή της όμως δύναμη
απόρθητη

με μια ανοιχτή καρδιά
φονεύεται το άγριο θηρίο της μοναξιάς


να είσαι καλός

κάτι σαν άγγιγμα ή χαμόγελο
κάτι σαν φύλλο

να είσαι καλός
ανυπεράσπιστος
μπροστά στην αθωότητα
εκστατικός
μπροστά στο θαύμα
αιώνια πιστός στην ουτοπία

στη χώρα που δεν έχει δρόμο
στον δρόμο που δεν έχει τέλος
στο τέλος που δεν έχει ελπίδα

να είσαι καλός







στάση ζωής

να αποδεχτείς τη ματαιότητα
το σκοτεινό μηδενικό
που καθημερινά στα βήματά μας ενεδρεύει

να ζήσεις πάντα διψασμένος
ερωτευμένος με τα θαύματα
λες κι είσαι δεκαοχτώ χρονών
λες και δεν πρόκειται αύριο
να γίνουν όλα στάχτη
ή ακριβώς γι' αυτό

όχι λοιπόν στη ματαιοδοξία
και ναι στα εκστατικά
στα θαμπωμένα μάτια
ναι στο μολύβι που επιμένει
ένα μολύβι που πεθαίνει
ανυπότακτο












Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

”Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα”- Silvia Federici



Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει,
είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. (Ναζίμ Χικμέτ)


Συνήθως τα ερωτήματα, γιατί τον μποδίζουν να βαδίζει; Γιατί τον αλυσοδένουνε; Έχουν μια απάντηση, γιατί βρίσκεται στην τάξη των ανίσχυρων και έχει το θράσος να παλεύεις για τα δικαιώματα του

Τα κοινωνικά φύλα είναι εξίσου θύματα των βάρβαρων πολιτικο-οικονομικο-κοινωνικο-θρησκευτικών συστημάτων. Στις απαρχές του είδους οι σχέσεις μεταξύ των φύλων ήταν ισορροπημένες και αυτό γιατί οι ρόλοι κατανέμονταν ανάλογα κυρίως με την φυσική υπόσταση του κάθε φύλου. Μετά επικράτησε η τάξη που έφερε την πεποίθηση ότι οι ισορροπίες κρατιούνται με την επιβολή του ισχυρού, αυτόματα η γυναίκα πήρε το ρόλο του ανίσχυρου, περιορίστηκε σε μήτρα και απλήρωτη οικιακή εργάτρια. Η επιβολή γεννά καταπιεσμένους και η καταπίεση γεννά αντίδραση. Η γέννηση λοιπόν του γυναικείου κινήματος δεν μπορεί να είχε άλλο στόχο από το στόχο που είχε ο αγώνας όλων των καταπιεσμένων, την πάλη δηλαδή για απελευθέρωση και φτάσαμε στην εποχή μας που η πάλη για την διεκδίκηση των δικαιωμάτων των καταπιεσμένων εργατριών κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη απέκτησε γελοίο επετειακό χαρακτήρα που αποκρύπτει το γιατί της καταπίεσης, το γιατί του εξουσιασμού

Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα

Επιλέγω λοιπόν με αφορμή την παγκόσμια ημέρα της γυναίκας, να αναρτήσω σε μορφή pdf το βιβλίο της Silvia Federici ”Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα”, όπου εντοπίζει την έμφυλη διάσταση της εκμετάλλευσης ως κάτι που προσδιορίζεται και καθορίζεται κάθε φορά από το κεφάλαιο, την ταξική διάρθρωση και τον καταμερισμό εργασίας σε μια κοινωνία, ενώ οι μεταμοντέρνες πολιτκές και θεωρίες ταυτότητας το εκλαμβάνουν ως κάτι αυτόνομο ή κάτι που συνυπάρχει δίπλα στα άλλα.

Όπως αναφέρει η συγγραφέας στην εισαγωγή :Το πολιτικό δίδαγμα του παρόντος τόμου έγκειται στο ότι ο καπιταλισμός, ως κοινωνικοοικονομικό σύστημα, ενισχύει αναγκαστικά τον ρατσισμό και τον σεξισμό. Διότι ο καπιταλισμός χρειάζεται να δικαιολογεί και να μυστικοποιεί τις αντιφάσεις εκείνες που είναι εγγενείς στις κοινωνικές σχέσεις που δομεί –την υπόσχεση της ελευθερίας από τη μια και την πραγματικότητα του γενικευμένου καταναγκασμού από την άλλη, την υπόσχεση της ευημερίας απέναντι στην πραγματικότητα της γενικευμένης στέρησης– και πρέπει να το κάνει συκοφαντώντας τη “φύση” αυτών που εκμεταλλεύεται: τις γυναίκες, τους αποικιοκρατούμενους, τους απογόνους των σκλάβων της Αφρικής, τους μετανάστες που εκτοπίζονται εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης. Στον πυρήνα του καπιταλισμού δεν υπάρχει μόνο η αλληλεξάρτηση μισθωτής εργασίας και σκλαβιάς, αλλά και η διαλεκτική της συσσώρευσης και καταστροφής της εργασιακής δύναμης, για την οποία οι γυναίκες έχουν πληρώσει το μεγαλύτερο τίμημα με τα σώματα, τη δουλειά και τη ζωή τους. Γι’ αυτό και δεν είναι δυνατόν να συνδεθεί ο καπιταλισμός με οποιαδήποτε μορφή απελευθέρωσης, ούτε και να αποδοθεί η μακροζωία του συστήματος στην ικανότητά του να ικανοποιεί τις ανθρώπινες ανάγκες. Ο καπιταλισμός έχει καταφέρει να αναπαράγεται μόνον εξαιτίας του πλέγματος ανισοτήτων που έχει αναπτύξει εντός του σώματος του παγκόσμιου προλεταριάτου, και εξαιτίας της ικανότητάς του να παγκοσμιοποιεί την εκμετάλλευση. Αυτή η διαδικασία εξακολουθεί να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας, εδώ και 500 χρόνια.


Κατεβάστε εδώ το Βιβλίο