Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2021

Ηθοποιός σημαίνει φως -Βίκυ Βανίδη

                          Στον Νικόλα μου

Ο Τομ της οικογένειας Γουίνγκφιλντ
ψάχνει φωτεινό σηματοδότη εξόδου
στο γυάλινο κόσμο του σαλονιού μας
η μητέρα Αμάντα ανεμοδούρα
και ο Δον Κιχώτης είναι σε άλλη σκηνή
η αδελφή Λώρα ωραία κοιμωμένη
και ο κόσμος της δεν ξημερώνει με φιλί
στη μέση του σαλονιού ο νέος ουρλιάζει
«είμαι εδώ παλιολάμιες γιατί σας γουστάρω
και αύριο που θα φύγω πάλι θα σας γουστάρω»
  -Στερεύει ο ρόλος όταν δεν τον προκαλείς-

Είμαι ο «εγώ» γαμημένε παλιόκοσμε
και δεν γουστάρω επίθετα και προσδιορισμούς
γίνομαι ότι είμαι αφήνομαι στη ροή
μπορώ να σταθώ σε οποιοδήποτε σανίδι
χωρίς την συγκατάθεση ξεπεσμένων κριτών
να γίνω Αίμονας στις εμμονές σας
Άμλετ στις κρυφές ενοχές σας
Μήδεια στην ακραία ζήλια σας
Αργκάν στους κατά φαντασία φόβους σας
Μπορώ να κλείσω την αυλαία χωρίς χειροκρότημα
ένας Σαντ που σας βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα

Όταν δεις πραγματικά τη σκηνή
το θέατρο αλλάζει
όλα τα έργα θαρρείς ενώνονται
σε κείνο το χορικό
που γίνεται μια μονάχα κραυγή, σημείο
τέλους και αρχής του κόσμου τούτου
«Πολλά τα Δεινά.
Μα του Ανθρώπου το δέος:
ο άνθρωπος!»



Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021

Ο δεκάλογος του «είμαι» μου - Βίκυ Βανίδη

Ο δεκάλογος του «είμαι» μου
1. Πολεμάω τον φασισμό από όπου και αν προέρχεται
2. Η άμυνα δεν έχει βία αλλά αντεπίθεση για να διατηρήσει το υποκείμενο το δικαίωμα του στη ζωή οπότε δεν καταδικάζω τη βία από όπου και αν προέρχεται -Η Κρατική βία δεν είναι ποτέ από άμυνα άρα την καταδικάζω χωρίς δεύτερη σκέψη.
3. Σέβομαι και υπερασπίζομαι το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του συνανθρώπου μου εφόσον δεν ενοχλεί το κοινωνικό σύνολο με επιβολή (φασισμό) και εφόσον ψάχνει να βρει ισορροπίες με τον εαυτό του ακόμη και αν διαφωνώ παντελώς με τον ιδεολογικό του προσανατολισμό
4. διαφωνώ με ότι λες αλλά εφόσον δεν μου το επιβάλλεις έχεις κάθε δικαίωμα να το λες
5. Σέβομαι απόλυτα το θρησκευτικό αίσθημα των ανθρώπων αλλά παραμένω άθεη
6. Σέβομαι τη συλλογικότητα αλλά σέβομαι περισσότερο την ατομικότητα άλλωστε τα σύνολα αποτελούνται από άτομα και δεν υπάρχουν καλύτερα σύνολα από τη συνάθροιση ανθρώπων με ελεύθερη βούληση
7. Τα αφεντικά δεν έχουν ποτέ δίκαιο αφού ξεκινούν εξαρχής με δικαίωμα εκμετάλλευσης για να κατοχυρώσουν την κυριαρχία τους
8. Ασπάζομαι απόλυτα αυτό που λέει ο Μαλατέστα ότι χωρίς την προσωπική επανάσταση και χωρίς τη συνεργασία με άλλους ανθρώπους επαναστατημένους με σκοπό την αντίσταση στη δύναμη του κοινωνικού περιβάλλοντος και στην προσπάθεια για μετασχηματισμό του, αυτό το κοινωνικό περιβάλλον δεν θα άλλαζε ποτέ. Δεν πρόκειται να φτάσουμε στην αναρχία ούτε σήμερα ούτε αύριο ούτε σε δέκα αιώνες, απλώς θα πορευόμαστε προς την αναρχία σήμερα, αύριο και για πάντα
9. Στην ατομιστική αστική ηθική αντιπαραθέτω την ηθική της αλληλεγγύης. Η αστική ηθική είναι κάτι παραπάνω από κακή, όμως δεν μπορούμε να διανοηθούμε μια κοινωνία χωρίς καμία ηθική, ούτε έναν συνειδητό άνθρωπο χωρίς κανένα κριτήριο για το τι είναι καλό και κακό για τον εαυτό του και τους άλλους. Για να καταπολεμήσεις σωστά μια κακή ηθική, οφείλεις να αντιπαραθέσεις, τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη, μια ηθική ανώτερη. -Θεωρώ εντελώς ανήθικο να κράζω έναν άνθρωπο που αντιδρά σε κάτι που το «είναι» του δεν του επιτρέπει να συμβιβαστεί ακόμη και αν αντιδρά σε κάτι που εγώ έχω ενσωματώσει στην ηθική μου. Ουσιαστικά δεν επιλέγω να γίνομαι σαν αυτούς που κράζω
10. Απέναντι στο κράτος και τη μαζική κοινωνία του πολιτισμού αντιπαραθέτω την κοινότητα. Στην κοινοτική ζωή μπορούν να αναδειχθούν όλα τα χαρακτηριστικά της αυθεντικής συνύπαρξης, της ατομικότητας και κοινωνικότητας των ανθρώπων. Χαρακτηριστικά που καταστέλλονται από τους θεσμούς του κράτους στη μαζική κοινωνία.
ΥΓ1: Ο άνθρωπος ως αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης που είναι είχε εξελιχθεί και διαμορφωθεί ως ξεχωριστό είδος και όχι ως ανώτερο
ΥΓ2: Πολλά γεννούν το δέος /μα το ανείπωτο δέος ο άνθρωπος ....Πολλά τα Δεινά. /Μα του Ανθρώπου το δέος : Ο Άνθρωπος 



Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2021

Στον καταραμένο ποιητή –Βίκυ Βανίδη

Τα ποιήματα σου συλλαβίζουν την απόγνωση 
ακροβατούν στις ανείπωτες εκδοχές της ζωής
σαν εκείνες τις μπλε στιγμές πριν την αυγή
που δεν ξέρουν αν είναι μαύρο σκοτάδι
ή αν έχουν μέσα τους σπέρμα από φως.


Σε σκέφτομαι το ξημέρωμα σκυμμένο
στο λευκό χαρτί του τίποτα να γράφεις
με δάχτυλα σπασμένα την πλήξη σου
να ρουφάς με μανία το αναμμένο τσιγάρο
γεμίζοντας τα σωθικά σου νέφη καπνού
για μια τζούρα κάβλας για λίγο φως
γι΄ αυτό το γαμημένο τσακ του αναπτήρα
που ξυπνά μέσα σου απελευθέρωση.
Όλη σου η πνοή για ένα δαχτυλίδι καπνού
που παίρνει σχήμα από τα χείλη σου
για να διαλυθεί σαν φιλί σε θολή οπτασία
που εξανεμίζεται πριν προλάβεις να την αγγίξεις
και τότε σε πιάνει μανία, ρουφάς κι άλλο καπνό
πνίγεσαι όλο και πιο βαθιά για να βγάλεις και
άλλους κύκλους να γεννήσεις και άλλες ματαιότητες.
Τόσα αποτσίγαρα σβησμένα στο πάτωμα
τόσοι αυτόχειρες ποιητές στο χαρμάνι του θανάτου


Ω! Καταραμένε ποιητή μας απελευθερώνεις από κάθε εικασία
το μολύβι σου πυροβολεί την αληθινή παραφροσύνη του κόσμου
οι κραυγές της απελπισίας σου σκίζουν τα επινοημένα όρια
τώρα κοιμάσαι βαθιά στο μνήμα σου μα εξακολουθείς
να είσαι ασυμβίβαστο φως που μοιάζει με σκοτάδι




Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Ασφυξία –Βίκυ Βανίδη

Σπίτι δουλειά

παιδιά σύζυγος

γυμναστήριο κομμωτήριο

διακοπές με φίλους

νύχια βαμμένα θαλασσί

λίγες μέρες με το σύζυγο

νύχια βαμμένα κόκκινα

λίγες στιγμές με τον εραστή

και τα Σαββατόβραδα διασκέδαση.

Γυναίκα της κοινής λογικής

ζώντας τις ψευδαισθήσεις σου

στα πρωινάδικα της αχρηστίας

νιώθεις ότι αποκτάς υπόσταση.

Στην μουχλιασμένη μυρωδιά

του κλουβιού σου

ασφυκτιούν ζωντανοί οι πόθοι σου

ανάμεσα σε ενοχές και τύψεις

το τίποτα που σε περιβάλει

βαφτίζεται ζωή του εφικτού και

καταμεσής των «πρέπει» σου

αργοσβήνεις από ασφυξία.



Κάποιοι σου είπαν ότι χρειάζεσαι

ένα θεό για να σε σώσει

κι η υποκρισία της Κυριακής

είναι μια κάποια λύση.

ε.ρ Ρουσσάκης 





Σάββατο 26 Ιουνίου 2021

αγγίζοντας ξανά το θαύμα (ανώνυμοι -Τόλης Νικηφόρου εκδόσεις Μανδραγόρας, 2021)

Και κει που λες πλέον όλα έχουν γραφεί και έχουν διαβαστεί, σκάει μια ηλιόλουστη μέρα ένα μικρούλη βιβλίο με τον τίτλο « ανώνυμοι» και σου γνέφει ελκυστικά να το ανοίξεις και όλα τα γνωστά και οικεία βρίσκουν άλλο νόημα και όσα έχουν ειπωθεί, ξαναλέγονται με έναν άλλο καινούργιο τρόπο. Αυτή το μαγικό μολύβι που μεταμορφώνει το σκοτάδι σε φως το κρατάει χέρι αγαπημένου ποιητή και λατρεμένου φίλου. 

 Περιμένω κάθε χρόνο την καινούργια συλλογή του Τόλη Νικηφόρου και αυτή ποτέ δεν με απογοητεύει και στην ώρα της έρχεται και πάντα με εκπλήσσει ευχάριστα. Αυτό το ραντεβού τα τελευταία χρόνια τείνει να είναι το πιο ερωτικό μου.

Η βαθιά υπαρξιακή ποίηση του Τόλη αφήνει πάντα το σημάδι της, όχι σαν λαβωματιά που πρέπει να πολεμήσεις με δαίμονες ή να γλύψεις θεούς για να τη γιατρέψεις, αλλά σαν ένα μικρό τατουάζ στο σώμα που σου θυμίζει τη σωτήρια σου. Είναι σαν μια βόλτα στην πανσέληνο με ιστιοπλοϊκό, με ανοιγμένα τα πανιά και σβησμένες τις μηχανές, που ανώνυμοι ενώνονται σε μια μαγευτική εικόνα της φύσης και ο ένας από αυτούς έτσι απλά σηκώνεται και άρχισε να παίζει φλάουτο για να τους ενώσει και στην ομορφιά της τέχνης και είναι εκείνη τη στιγμή που αυτό το μικρό τατουάζ σε μορφή στίχου ξεχύνεται από μέσα σου για να σου προσδιορίσει τη μαγεία, για να δεις ότι δεν είναι ούτε υπερφυσική ούτε μεταφυσική, αλλά είναι η αλήθεια του κόσμου σου να αστράφτουν γύρω σου τα ταπεινά του κόσμου

Οι ανώνυμοι μιλούν με μια γλώσσα απόλυτα αληθινή, οι λέξεις δεν στολίζονται για να γίνουν ελκυστικές κρατούν το αυθεντικό του χαρακτήρα τους και αυτό τις κάνει άκρως ερωτεύσιμες. Η ποίηση του Τόλη είναι γάργαρο ποτάμι που τρέχει και παρασύρει στην ροή του ότι νοσηρό και άχρηστο αφήνοντας πίσω του στο βάθος του την ουσία που μπορεί να σε θρέψει, να σε δυναμώσει έτσι ώστε να βρεις το κλαδί που θα σε βγάλει στο δάσος της πραγματικής γνώσης.
Οι ανώνυμοι ήρθαν σε μένα για να με κάνουν να δακρύσω  που άγγιξα ξανά  το θαύμα.
Τόλη μου ένα ευχαριστώ είναι λίγο, πολύ λίγο….




αγγίζοντας το θαύμα

η κάθε λέξη
ο κάθε στίχος
το ποίημα ολόκληρο
λάμπει ανεπαίσθητα


ακόμη και στη θλίψη του
όσο πιο βαθιά εισχωρείς
στον μυστικό του κόσμο
τόσο καλύτερα διακρίνεις
το μακρινό εκείνο φως

μέσα στο φως
αναπέμπεται η μουσική
και σε αφήνει εκστατικό
το ποίημα με την αλήθεια του

δακρύζεις τώρα
γιατί άγγισες το θαύμα





ουδέν καινόν

όλα έχουν γραφεί
έχουν λεχθεί
έχουν περιγραφεί με κάθε τρόπο
κι όλα είναι γνωστά και οικεία


εκτός απ’ το χαμόγελό σου
το κάθε τι εκθαμβωτικά δικό σου
που βέβαια δεν γνώριζαν
χιλιάδες χρόνια πριν οι αρχαίοι
και μαγεμένος
ανακαλύπτω εγώ κάθε στιγμή



δακρύζει η γνώση

είναι αδιέξοδη
είναι καταθλιπτική
κι όμως όλοι αγωνίζονται να την κατακτήσουν

όσο όμως πιο πολύ κανείς βυθίζεται
στον ωκεανό της γνώσης
τόσο πιο έντονα νοσταλγεί την αθωότητα
εκστατικά κοιτάζει τα παιδιά
που τόσο απλά, τόσο φυσιολογικά
απολαμβάνουν το ανεκτίμητο αγαθό
που εκείνος έχει στερηθεί για πάντα

η γνώση όλου του κόσμου
δακρύζει
μπροστά σ’ ένα παιδικό χαμόγελο


ανώνυμοι

είμαστε όλοι ανώνυμοι
άμμος που σκορπίζει ο χρόνος
στην έρημο του κόσμου

στιγμιαίες λάμψεις
φτερουγίσματα
προσωρινή απόδραση
από το τίποτα στην αυταπάτη

ζούμε τα δευτερόλεπτά μας
σ’ ένα περίπλοκο οικοδόμημα
επινοούμε θρησκείες και θεούς
μήπως και παρηγορηθούμε
για την αφόρητη αλήθεια του πεπρωμένου

είμαστε όλοι ανώνυμοι
εναλλασσόμενες σκιές της ύπαρξης
φαντάσματα σε θέατρο του παραλόγου

Δευτέρα 12 Απριλίου 2021

Κάπνισμα –Βίκυ Βανίδη


Ήταν πάντα χαμηλών πτήσεων
τρόμαζε με τις περιπέτειες
του γλάρου Ιωνάθαν Λίβινγκστον
Όταν του μιλούσαν για παρκούρ
σε ταράτσες μισογκρεμισμένων ονείρων
στο πρόσωπο του φύτρωνε ένα ξερακιανό
ετοιμοθάνατο δέντρο και ένα σπουργίτι
τρομαγμένο πετάριζε στα μάτια του
Δεν έβλεπε τη ροή του γαλαζοπράσινου
δάσους ,το βλέμμα του μονοπωλούσε
η ξηρασία της ερήμου
Αυτός είναι μια λίμνη που στο βάλτο της
μπορεί να πνίξει μια ολόκληρη θάλασσα

Κλεισμένος στο καβούκι του
έγραφε συχνά για τη βρωμιά του κόσμου
για την επανάσταση που βαριόταν να ξεκινήσει
για τον αιώνιο έρωτα στη ζωή μιας πεταλούδας .
Έπλεκε ιστούς αράχνης με λόγια ποιητών
με την ελπίδα μιας ξεμυαλισμένης ύπαρξης
που θα του έδινε την μοναδική αρχή του ταξιδιού
και ας γνώριζε ότι εκείνο το μετέωρο βήμα
του πελαργού πάντα του όριζε το μονοπάτι του
τελικά έκοβε τον έρωτα και άρχιζε το κάπνισμα
Αυτός είναι ένας από τους πολλούς που δεν αντέχουν
τις ανέγνωρες απογειώσεις του έρωτα και
επιλέγουν να σέρνονται σε βλαβερές συνήθειες



Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

Γενιά του Κάιν ανέβα στον ουρανό και γκρεμοτσάκισε στη γη τον Θεό-Charles Pierre Baudelaire

Η Φωνή

Η κούνια μου ακουμπούσε στη βιβλιοθήκη, Βαβήλ σκοτεινόν, όπου μυθιστόρημα, επιστήμη, μυθολογία, τα πάντα, η λατινική τέφρα και η ελληνική σκόνη, ανακατευόσαντε. Δεν ήμουν μεγαλύτερος από ένα βιβλίο.
  Δυό φωνές μού μιλούσαν. Η πρώτη, ύπουλη και σταθερή, έλεγε: «Η Γη είναι ένα γλύκισμα ωραίο· μπορώ (και η ευχαρίστησή σου θά ’ναι τότε χωρίς τέλος!) να σου δώσω μιάν όρεξη παρόμοια μεγάλη». Και η δεύτερη: «Έλα! ω, έλα στο ταξίδι των ονείρων, πέρα από το δυνατό, πέρα από το γνωρισμένο!» και η φωνή αυτή ετραγουδούσε όπως ο άνεμος στις ακρογιαλιές, φάντασμα που κλαυθμυρίζει και κανείς δεν ξέρει πούθε ήρθε, που χαϊδεύει το αυτί κι όμως το τρομάζει. Σου απάντησα: «Ναι! Γλυκιά φωνή!»
  Από τότε κρατάει αυτό που μπορεί, αλίμονο! Να ειπωθεί πληγή μου και πεπρωμένο μου. Πίσω από τις σκηνοθεσίες της απεράντου υπάρξεως, στο μελανότερο της αβύσσου, βλέπω καθαρά κόσμους παράξενους, και, θύμα εκστατικό της οξυδέρκειάς μου, σέρνω φίδια που μου δαγκάνουν τα πόδια. Κι από εκείνο τον καιρό αγαπώ τόσο τρυφερά, καθώς οι προφήτες, την έρημο και τη θάλασσα, γελώ στα πένθη και κλαίω στις γιορτές, βρίσκω μια γεύση γλυκιά στο πιο πικρό κρασί, νομίζω πολλές φορές για ψέματα τις αλήθειες, και, με τα μάτια στον ουρανό, πέφτω σε γκρεμούς.
  Αλλά η Φωνή με παρηγορεί και λέει: «Κράτησε τα όνειρά σου· οι συνετοί δεν έχουν έτσι ωραία σαν τους τρελούς!»

Μετάφραση: Κώστας Γ. Καρυωτάκης.




Spleen

 

Είμαι σαν κάποιο βασιλιά σε μια σκοτεινή χώρα,
πλούσιον, αλλά χωρίς ισχύ, νέον, αλλά από τώρα
γέρο, που τους παιδαγωγούς φεύγει, περιφρονεί,
και την ανία του να διώξει ματαιοπονεί

μ’ όσες μπαλάντες απαγγέλλει ο γελωτοποιός του.
Τίποτε δε φαιδρύνει πια το μέτωπο του αρρώστου,
ούτε οι κυρίες ημίγυμνες, που είν’ έτοιμες να πουν,
αν το θελήσει, πως πολύ πολύ τον αγαπούν,

ούτε η αγέλη των σκυλιών, οι ιέρακες, το κυνήγι,
ούτε ο λαός. Προστρέχοντας, η πόρτα όταν ανοίγει.
Γίνεται μνήμα το βαρύ κρεβάτι του, κι αυτός,
χωρίς ένα χαμόγελο, σέρνεται σκελετός.

Χρυσάφι κι αν του φτιάχνουν οι σοφοί, δε θα μπορέσουν
το σαπισμένο τού είναι του στοιχείο ν’ αφαιρέσουν,
και με τα αιμάτινα λουτρά, τέχνη ρωμαϊκή,
ιδιοτροπία των ισχυρών τότε γεροντική,
να δώσουνε θερμότητα σ’ αυτό το πτώμα που έχει
μόνο της Λήθης το νερό στις φλέβες του και τρέχει.

μετάφραση: Κώστας Καρυωτάκης



Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

ΕΝΑΣ ΞΕΝΟΣ ΑΠΟ ΠΑΛΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ -ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΤΟΛΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ

  ...το ποίημα επιλέγει τον δικό του χρόνο για να γεννηθεί

 όπως πριν από μας επέλεξε αυτό το σπίτι για να κατοικήσει 


Σκέφτομαι ότι ίσως το ποίημα δεν επιλέγει μόνο τον χρόνο για να γεννηθεί αλλά και τον χρόνο για να συναντήσει τον αναγνώστη του, όχι τον χρόνο που θα περάσει και θα φύγει δίπλα του, αλλά τον χρόνο που θα κατοικήσει μέσα του. Υπάρχει μια αφανής τελετουργία στιγμών πριν από αυτή τη μετάληψη. Στο δισκοπότηρο ανακατεύεται το βίωμα του ποιητή, ο τρόπος που ζει το προσωπικό του δράμα, η καθημερινότητά του με τα εξωτερικά ερεθίσματα. Το λευκό χαρτί περιμένει υπομονετικά την επίθεση των λέξεων. Κάποτε έρχεται η στιγμή που ανακατεύει με τη μαγική της κουτάλα όλα τα υλικά και ενεργοποιεί την έμπνευση του ποιητή, έτσι δίνει πνοή στο μελάνι για να σχηματοποιήσει με λέξεις τη λειτουργία της ψυχής του. Τέλος, υπάρχει εκείνη η στιγμή που ο αναγνώστης διαβάζει τους στίχους και κινητοποιεί τη λειτουργία της δικής του ψυχής. Είναι αυτή η μαγική στιγμή που δύο ψυχές εναρμονίζονται στο ίδιο συναίσθημα και ας είναι από διαφορετική οπτική ή ακόμη και από διαφορετική κατεύθυνση. Δεν ξέρω γιατί γεννιέται αυτή η λαχτάρα στους ανθρώπους να υπάρχει κάτι γραφτό στη ζωή τους, κάτι που θα το συναντήσουν και θα τους λυτρώσει από τα βάσανα τους. Παρόλο που δεν υπήρξα ποτέ φαταλίστρια, το αντίθετο θα έλεγα, όταν συνάντησα το ποίημα του Τόλη Νικηφόρου «ν’ ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα», ένιωσα ότι λειτούργησε το πεπρωμένο και βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο σημείο. Ίσως αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι από το τέλος του 2009 ξεκίνησε για μένα η αμφισβήτηση της ιδέας, μετά ήρθε το έτος των απομυθοποιήσεών μου. Η ψυχή μου αρρώσταινε από θλίψη και αγανάκτηση, οι ουτοπίες που κάποτε έμοιαζαν πραγματοποιήσιμες και με θάμπωναν, κατέρρευσαν εκφυλισμένες από τους ίδιους τους συντρόφους μου. Η συνάντησή μου, λοιπόν, με την ποίηση του Νικηφόρου ανέτρεψε τον σαρωτικό κυνισμό που αναπτυσσόταν με ιλιγγιώδη ταχύτητα μέσα μου, έβαλε στοπ στις απομυθοποιήσεις και σηματοδότησε την αλλαγή της πορείας μου. 18 Αυγούστου 2010 έπνεε νηνεμία στο ηλεκτρονικό μονοπάτι, η βόλτα μου από τοίχο σε τοίχο βούλιαζε αθόρυβα στο άνυδρο μαγγανοπήγαδο της κοινωνικής δικτύωσης. Όλα κοινότυπα. Οι τοίχοι εξιστορούσαν τις ίδιες νίκες και ήττες, υμνούσαν πάλι τις καλοκαιρινές διακοπές και τότε μια φυσαρμόνικα ήχησε μπροστά μου και με μαγνήτισε. Τελικά ίσως αυτό το ποίημα επέλεξε τη στιγμή για να εμφανιστεί μπροστά μου ή ίσως εγώ ήμουν έτοιμη για  να το συναντήσω. Δεν ξέρω τι ακριβώς συνέβη, μπορεί να λειτούργησε το σύμπαν, η τύχη ή απλά ήταν θέμα συμπτώσεων και πιθανοτήτων, πάντως ένα είναι το σίγουρο, ήταν ξάφνιασμα, κάτι σαν κεραυνοβόλος έρωτας. Ερωτική σαγήνη όρμησε από τις γραμματοσειρές και άρπαξε την ψυχή μου, τράνταξε το μυαλό μου τέτοια ορμή για σμίξιμο ερωτικό, γλίστρησε μέσα μου και ήθελα να κινητοποιήσω τις λέξεις για να κινητοποιήσουν τη ζωή μου. Ο σπόρος είχε φυτευτεί μέσα μου και ο καρπός ήταν πλέον στη διαδικασία της ανθοφορίας. Αποφάσισα να ψάξω το έργο αυτού του Ποιητή που πριν λίγα λεπτά δεν ήξερα ούτε καν το όνομά του. Τόλης Νικηφόρου, γιος προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Ρωµυλία, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και εµφανίστηκε στα γράµµατα το 1966 µε το µεγάλο ποίηµα «Οι άταφοι», «[...] είναι καιρός που ανέλπιδα σε αποζητώ / κι απόψε / με κεραύνωσε το όραμα της αγάπης σου / και μέθυσα [...]». Κάπως έτσι, λοιπόν, ο Ποιητής Τόλης Νικηφόρου εισέβαλε στην καρδιά μου και στη βιβλιοθήκη μου. Ξεκίνησα μαζί του ένα ταξίδι στο τίποτα, όπως ακριβώς ξεκινάει μια ερωτική σχέση, αβέβαιη διαδρομή με τη βεβαιότητα της έλξης που μπορεί εύκολα να καταλήξει σε μίσος και μαγικά σε αγάπη. Στα πρώτα ποιήματα ο θυμός και η οργή της επαναστατημένης νιότης του 27χρονου Ποιητή ενώθηκαν με την αηδία που ένιωθα εγώ εκείνη την εποχή. Το νεκρωμένο τοπίο όπως φαίνεται στους άταφους, η ιδέα που ακινητοποιήθηκε, η ζωή που μοιάζει με ψευδαίσθηση, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, η ομορφιά που χάνεται, τον απογοήτευαν και με απογοήτευαν, όμως στον αντίποδα υπάρχουν ίχνη αγάπης από μνήμες παιδικές, υπάρχει ο έρωτας που ακόμη και αν αποτυπώνεται στην άχρωμη επιφάνεια του μπετόν, φωτίζει λίγο το σκοτεινό τοπίο, και αυτό το κάτι το ελάχιστο που ανακάλυψα στο πρώτο του ποίημα μου έδωσε το νήμα που σιγά σιγά ξεδιπλωνόταν στο μετέπειτα λογοτεχνικό του έργο και με οδήγησε έξω από τα σκοτάδια των πληγών μου, εκεί όπου συνάντησα το φως στο διπλό άλφα της αγάπης. Η ποίηση οφείλει να προκαλεί το συναίσθημα, να ρίχνει γέφυρες στις ψυχές που ψάχνουν δρόμους διαφυγής από τον λαβύρινθο της εσωτερικής αβύσσου, οφείλει να δίνει τα απαραίτητα νήματα στον αναγνώστη για να βρίσκει τη λύτρωση. Ο ποιητικός λόγος του Νικηφόρου σε μένα ξεχρέωσε όλες τις οφειλές, ευστόχησε μέσα μου και κατάφερε να με λυτρώσει, διέλυσε τα σκοτάδια μου και μου χάρισε ένα μοναδικό λογοτεχνικό ταξίδι με την εξαιρετική μοναδική γραφή του. Αυτή η κιμωλία, που έλειωνε αργά στον μαυροπίνακα του τίποτα, σκόρπισε μέσα μου λέξεις-έννοιες γεμάτες φως και αγάπη, ορθάνοιχτα τα φύλλα της καρδιάς μου υποδέχτηκαν αυτό το κάτι το ελάχιστο που μετέτρεψε την ελπίδα σε βεβαιότητα. Εισχώρησα λαθραία στις λέξεις του, έκανα κατάληψη στο ύψιλον της ελευθερίας, κλείστηκα στην αγκαλιά του όμικρον της συντροφικότητας, λούστηκα ζωή στο τριπλό λάμδα της αλληλεγγύης, ξεφλούδισα το χάος του γιώτα της ατομικότητας, γλίστρησα στο αιχμηρό νι της επανάστασης για να συναντήσω το διπλό άλφα της αγάπης. Λαθρεπιβάτης του τίποτα βρήκα άσυλο στις λέξεις του ποιητή και πλέον αγαπημένου μου φίλου. Ο Τόλης Νικηφόρου χρησιμοποιώντας μια γλώσσα άμεση, απλή, κατανοητή, δημιουργεί γνήσια ποίηση, γυμνή και ακέραια. Λέξεις, εικόνες, ήχος, ρυθμός, όλα αρμονικά συνταιριασμένα σε οδηγούν στη θέωση της ποίησης. Ο Τόλης ευστοχεί γιατί βλέπει, καταγράφει και αισθάνεται, όπως κάνει ένας αυθεντικός ποιητής. Απαλλαγμένος από περιττά στολίδια που βαραίνουν, ο ποιητικός λόγος φτάνει σε λέξεις που προσδιορίζουν την ουσία των πάντων. Πλάθει τις λέξεις του από φως, μετά τις χαϊδεύει και τους δίνει ζωή, και αυτές, έτσι αιθέρια πλασμένες, ξεφεύγουν από τα στενά όρια της σελίδας και εισρέουν μέσα σου, σαν κελαρυστό ποτάμι, αφήνοντας στο πέρασμά τους όλα τα δομικά υλικά που χρειάζεσαι για να χτίσεις τη νέα ουτοπία σου. Αυτός ο ξένος τελικά δεν πέρασε απλώς για μια επίσκεψη, αλλά ήρθε για να μείνει μέσα μου, μοιραστήκαμε την ίδια δίψα για ουρανό και μου άνοιξε ένα φωτεινό παράθυρο να αγναντεύω το θαύμα τη ζωής. 

Βίκυ Βανίδη

*Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό λογοτεχνίας και πολιτισμού 

"Ο ΣΙΣΥΦΟΣ"  τευχ 12-13 (2017)

Χριστίνα Δημητροπούλου "Διαδρομές"


Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

Τελευταία μέρα μετά Χωρίς … Βίκυ Βανίδη

Στην ανάβαση όλα φαίνονται πιο επώδυνα

μου είπες χαμογελώντας υποσχέσεις

κι γω σκεφτόμουν την κατρακύλα άδειου κορμιού

που δεν άνθισε στην άνοιξη


Κοιτούμε άλλους ορίζοντες αγάπη μου

κι άλλου ουρανού το βάθος

κατρακυλά στην άβυσσο της ψυχής μας

δεν έχουμε φτερά για δικούς μας ορίζοντες

κι οι κλειδαριές δεν σπάν΄ το πιο συχνά.

Τα βράδια στο άδειο κρεβάτι μου

έρχεται ένα παιδί και βυζαίνει το στήθος μου

μετά σκορπίζει στ΄ άστρα

το πρωί ένας φεγγίτης αναστέλλει το σκοτάδι

τινάζω τα νεκρά έμβρυα απ΄ το σεντόνι μου

σβήνω με επιμέλεια καντηλανάφτη

τα όνειρα και έτσι σβησμένη βουλιάζω

στο απύθμενο πηγάδι του νου.


Αγέννητοι έρωτες υποφέρουν

στο σώμα μου

παραπλανημένες αγάπες

ακροβατούν στο χάος μου

Isabel Miramontes, “Allez- viens” "έλα" (1962)




Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

ΜΙΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙ΄ΑΓΡΙΟΥΣ – ΔΙΗΓΗΜΑ – ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΖΑΝΝΗΣ

 


Αυτή η φανταστική –πραγματική ιστορία ξεκινάει με την νεανική ορμή μας, τη νεανική μας αγαθή θέαση του κόσμου. Αλήθεια με τι μπορεί να συγκριθεί εκείνη η νεανική έξαψη που με ένα χαρτί στο χέρι, ένα χαρτί που πραγματικά σηματοδοτούσε το κλειδί για την  κατάκτηση του ονείρου, προσπαθεί να βρει ευήκοα ώτα που  έστω θα  ακούσουν αν όχι να καταλάβουν  αυτό το πλέγμα προτάσεων και αναζητήσεων που το απόλυτο μεράκι μας εξάγει και συντηρεί;  Σε αυτή την ορμή λοιπόν το σύστημα βάζει ένα στοπ, ένα στοπ απολυταρχικό και τις περισσότερες φορές ανόητο. Ο χώρος του θεάματος και του πολιτισμού είναι μια λαμπρή επαγγελματική διέξοδο ίσως η μόνη διέξοδο που μπορεί να μη  σε τελματώσει σε μια  ρουτινιάρα καθημερινότητα. Το βιβλίο θα μπορούσε  να είναι αυτοβιογραφικό αν, λέω αν, συνέβαιναν αυτά που περιγράφει στο χώρο του θεάματος στην Ελλάδα, αλλά όπως όλοι ξέρουμε αυτή η βιομηχανία έχει κρατήσει όλη την πρωτόλεια μαγεία της τέχνης και δεν την έχει θυσιάσει στο βωμό της καπιταλιστικής άποψης και οπτικής «το χρήμα πάνω απ΄όλα». Ο αγαπημένος μου Νικόλας λοιπόν γράφει με μια γλώσσα ζώσα και αληθινή  μια φανταστική ιστορία για κάτι άγριους (πολιτισμένους)  που όταν αυτές αποκαλύπτονται, όπως καλή ώρα τώρα, μας αφήνουν με ανοιχτό το στόμα να αναρωτιόμαστε μα πως είναι δυνατόν! Γίνονται τέτοια πράγματα...

Η εργασιακή γαλέρα σε μια βιομηχανία που παράγει υποκουλτούρα ή αν θέλετε που μαζικοποιεί κουλτούρα για να ελέγχει ολόκληρη την κοινωνία, δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική από κάθε άλλη εργασιακή γαλέρα της παραγωγικής βιομηχανίας έτσι και αλλιώς στον καπιταλισμό όλα ως προϊόντα προς κατανάλωση εκτιμούνται, οπότε  η αξία και η υπεραξία του καλλιτεχνικού προϊόντος δεν διαφέρει σε τίποτα,  καθότι μόνο η φτηνή παραγωγή και η υπερκατανάλωση αποφέρει τα κέρδη. Βέβαια όπως κάθε τόσο επισημαίνει ο συγγραφέας  όλα αυτά είναι αποκύημα  της φαντασίας του και όχι μια πραγματικότητα που συμβαίνει στον αγγελικά πλασμένο  χώρο της τέχνης και ιδιαίτερα της μουσικής.

Δεν ξέρω αν πιστέψατε με όλα τα παραπάνω ότι το βιβλίο διακατέχεται από ένα πεσιμισμό και μια μιζέρια με διαρκή γκρίνια "και τώρα τι να κάνουμε αφού έτσι είναι τα πράγματα" όχι η γραφή του Ζαννή  αποκαλύπτει την τέχνη με όλο της το πραγματικό μεγαλείο.  Την τέχνη  που από τη φύση της είναι αναρχοαυτόνομη και βρίσκει διεξόδους ακόμη και στα στενά αυτά πλαίσια να δημιουργεί σύμφωνα με το χαρακτήρα της. Στον αγγελικά πλασμένο χώρο της μουσικής και της τέχνης γενικότερα υπάρχουν άνθρωποι της τεχνικής που το  σύστημα  τους  εκπαιδεύει στο να γίνονται ηλίθιοι αλλά υπάρχουν και απαίδευτοι άνθρωποι της τέχνης που το μυαλό τους είναι φωτιά και αρκεί μια σπίθα για να ανάψουν τον κόσμο.

Αυτές τις φανταστικές ιστορίες δρόμου που διαβάζονται ναι μεν εύκολα αλλά ειλικρινά δεν καταπίνονται εύκολα, προτείνω να τις διαβάσετε όσοι μπορείτε να  μασάτε αργά  

Εβίβες πάντα!  Αγάπη μόνο