Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

Ανεμοθύελλες - Βίκυ Βανίδη

Γράψε σε πεντάγραμμο
τις νότες της σιωπής.
σημείωσε για κλειδί
την αδιαφορία
βάλε ύφεση αγάπης και
δίεση φυγής
σαν εύκολη λύση
ήπιας τονικότητας, χωρίς
εντάσεις και οιμωγές·
και ύστερα παίξε μου στην κιθάρα σου
την μουσική της απώλειας
κορόιδεψε την αφοσίωση μου
τον τρόπο που σ΄ αγάπησα.
και γω θα αφεθώ
να με παρασύρει το τραγούδι σου
σε ντιμινουέντο πάθους·
βυθίζοντας τον πόθο μου
σε άηχο κενό
να ξέρεις όμως
η αγάπη δεν χορεύει
σε υποτονικούς ρυθμούς
ούτε αναγνωρίζει
τελείες και παύλες .-
Όσο και αν πονάει το τέλος
πάντα θα υπάρχει αυτό το κάτι
το ελάχιστο, όπως
Το πρώτο σου βλέμμα
-παλίρροια σε αιώνια πανσέληνο-
που θα ρέει για πάντα πυρακτωμένο μέσα μου
Κοντά σου έμαθα
να χορεύω βαλς
με λέξεις ανεμοθύελλες,
να στροβιλίζομαι μαγεμένη
χωρίς άγκυρα.
Και ναι αρκεί που
μπόρεσα να σε αγαπήσω
έστω και χωρίς ανταπόκριση
γιατί έτσι έμαθα την αγάπη.
Και ναι, μου αρκεί, αφού
πρώτη φορά πίστεψα
πως υπάρχει αυτό το κάτι,
το ελάχιστο
που αντέχει στη σιωπή
και απλώνεται στην απεραντοσύνη 
της ζωής.
Τώρα έμαθα αγάπη μου
πιο είναι το μέγεθος του
«για πάντα»

art Jeanie Tomanek

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Ασκητική -Νίκος Καζαντζάκης

Ρωτώ, ξαναρωτώ χτυπώντας το χάος: Ποιος μας φυτεύει στη γης ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια; Ποιος μας ξεριζώνει από τη γης ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια; Είμαι ένα πλάσμα εφήμερο, αδύναμο, καμωμένο από λάσπη κι ονείρατα. Μα μέσα μου νογώ να στροβιλίζουνται όλες οι δυνάμες του Σύμπαντου. Θέλω μια στιγμή, προτού με συντρίψουν, ν' ανοίξω τα μάτια μου και να τις δω. 'Αλλο σκοπό δε δίνω στη ζωή μου. Θέλω να βρω μια δικαιολογία για να ζήσω και να βαστάξω το φοβερό καθημερινό θέαμα της αρρώστιας, της ασκήμιας, της αδικίας και του θανάτου. Ξεκίνησα από ένα σκοτεινό σημείο, τη Μήτρα. Οδεύω σ' ένα άλλο σκοτεινό σημείο, το Μνήμα. Μια δύναμη με σφεντονάει μέσα από το σκοτεινό βάραθρο. μια άλλη δύναμη με συντραβάει ακατάλυτα στο σκοτεινό βάραθρο. Δεν είμαι ο κατάδικος που τον πότισαν κρασί για να θολώσει το μυαλό του. με λαγαρά τα φρένα, νηφάλιος, δρασκελώ το ανάμεσα στους δυο γκρεμούς μονοπάτι. Και μάχουμαι πως να γνέψω στους συντρόφους, προτού πεθάνω. Να τους δώσω το χέρι μου, να προφτάσω να συλλαβίσω και να τους ρίξω έναν ακέραιο λόγο. Να τους πω τι φαντάζουμαι πως είναι τούτη η πορεία και κατά που ψυχανεμίζουμαι πως πάμε. Και πως ανάγκη να ρυθμίσουμε όλοι μαζί το περπάτημα και την καρδιά μας.
Ένα σύνθημα, σα συνωμότες, ένα λόγο απλό να προφτάσω να πω στους
συντρόφους! Ναι, σκοπός της Γης δεν είναι η ζωή, δεν είναι ο άνθρωπος. έζησε χωρίς αυτά, θα ζήσει χωρίς αυτά. Είναι σπίθες εφήμερες της βίαιης περιστροφής της. Ας ενωθούμε, ας πιαστούμε σφιχτά, ας σμίξουμε τις καρδιές μας, ας δημιουργήσουμε εμείς, όσο βαστάει ακόμα η θερμοκρασία τούτη της Γης, όσο δεν έρχουνται σεισμοί,κατακλυσμοί, πάγοι, κομήτες να μας εξαφανίσουν, ας δημιουργήσουμε έναν εγκέφαλο και μιαν καρδιά στη Γης, ας δώσουμε ένα νόημα ανθρώπινο στον υπερανθρώπινον αγώνα!
Τούτη η αγωνία είναι το δεύτερο χρέος.

Όλο το βιβλίο σε αυτόν τον σύνδεσμο 

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Οι δεινόσαυροι, εμείς- Charles Bukowski

γεννημένοι έτσι
να είμαστε έτσι
καθώς τα ασβεστωμένα πρόσωπα χαμογελούν
καθώς ο κ.Θάνατος γελά
καθώς οι ανελκυστήρες κόβονται
καθώς τα πολιτικά τοπία διαλύονται
καθώς το αγόρι στο σουπερμάρκετ έχει πτυχίο πανεπιστημίου
καθώς τα μολυσμένα ψάρια ξεστομίζουν τις μολυσμένες προσευχές τους
καθώς ο ήλιος κρύβεται

είμαστε
γεννημένοι έτσι
να είμαστε έτσι
με αυτούς τους προσεκτικά τρελούς πολέμους
με την όψη σπασμένων παραθύρων σε εργοστάσια να ατενίζουν το κενό
με μπαρ όπου οι θαμμόνες δεν μιλούν πλέον μεταξύ τους
με τσακωμούς που καταλήγουν σε πυροβολισμούς και μαχαιρώματα

γεννημένοι έτσι
με νοσοκομεία που είναι τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να πεθάνεις
με δικηγόρους που χρεώνουν τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να δηλώσεις ένοχος
σε μια χώρα όπου οι φυλακές είναι γεμάτες και τα τρελοκομεία κλειστά
σε έναν τόπο όπου οι μάζες ανυψώνουν ηλίθιους σε πλούσιους ήρωες

γεννημένοι μέσα σ’αυτό
περπατώντας και ζώντας μέσα σ’ αυτό
πεθαίνοντας λόγω αυτού
μένοντας άφωνοι λόγω αυτού
ευνουχισμένοι
έκλυτοι
αποκληρωμένοι
λόγω αυτού
εξαπατημένοι από αυτό
χρησιμοποιημένοι από αυτό
εξευτελισμένοι από αυτό
εξοργισμένοι και απηυδησμένοι από αυτό
βίαοι
απάνθρωποι
λόγω αυτού

η καρδιά έχει μελανιάσει
τα δάχτυλα πλησιάζουν το λαιμό
το όπλο
το μαχαίρι
τη βόμβα
τα δάχτυλα τείνουν προς έναν μη αποκρυνόμενο θεό

τα δάχτυλα πλησιάζουν το μπουκάλι
το χάπι
τη σκόνη

γεννημένοι σ’ αυτό το θλιβερό θανατικό
γεννημένοι με μια κυβέρνηση με 60 χρονών χρέος
που σύντομα δε θα είναι ικανή να αποπληρώσει τους τόκους αυτού του χρέους
και οι τράπεζες θα καούν
το χρήμα θα καταστεί άχρηστο
θα υπάρξουν φανερές και ατιμώρητες δολοφονίες στους δρόμους
θα υπάρξουν όπλα και περιπλανώμενοι όχλοι
η γη θα είναι άχρηστη
η τροφή θα γίνει μια φθίνουσα απόδοση
η πυρηνική ενέργεια θα έρθει στην κατοχή των πολλών
εκρήξεις θα σείουν ακατάπαυστα τη γη

ραδιενεργά ρομπότ θα κυνηγούν το ένα το άλλο
οι πλούσιοι και οι επίλεκτοι θα παρακολουθούν από τους διαστημικούς σταθμούς
η Κόλαση του Δάντη θα μοιάζει με παιδική χαρά

ο ήλιος θα κρυφτεί και θα είναι νύχτα παντού
τα δέντρα θα πεθάνουν
η βλάστηση όλη θα πεθάνει
ραδιενεργοί άνθρωποι θα τρώνε τη σάρκα ραδιενεργών ανθρώπων
η θάλασσα θα μολυνθεί
οι λίμνες και τα ποτάμια θα εξαφανιστούν
η βροχή θα είναι ο επόμενος χρυσός

σαπισμένα πτώματα ανθρώπων και ζώων θα ζέχνουν στο σκοτεινό άνεμο

οι λίγοι τελευταίοι επιζήσαντες θα μολυνθούν από νέες και φρικιαστικές ασθένειες
και οι διαστημικοί σταθμοί θα καταστραφούν από δολιοφθορές
την έλλειψη προμηθειών
το φυσικό φαινόμενο της φθοράς

και θα υπάρξει η πιο όμορφη σιγή από ποτέ

γεννημένη από αυτό

ο ήλιος ακόμα εκεί κρυμμένος

να περιμένει το επόμενο κεφάλαιο.



Καμιά φορά - 1981 -Κατερίνα Γώγου

Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σίγα σιγά και μπαίνεις.
Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου
72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που μ’ άφησες
για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει νά `χει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε
κι οι φίλοι (μου) με φοβούνται.

Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει τη φαντασία μου
κι όταν ακούω "Κατερίνα" τρομάζω.
Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον.

Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον
που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο στόχος,
το νου σου ε;


Ασκητική - Νίκος Καζαντζάκης


ερωτικό -Βίκυ Βανίδη


Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

άνθρωποι συνετοί -Βίκυ Βανίδη

Πως έγινε έτσι η ζωή μας, σαν εκκρεμές
σε προκαθορισμένα χαμένη ταλάντωση.
Βουτάμε αδιάκοπα στο χθες ψάχνοντας
να βρούμε υποσχέσεις για το αύριο.
Αδειάζουμε στο βόθρο της προσμονής,τις στιγμές μας
και ζούμε το τώρα σε μια φευγαλέα κίνηση
που αιχμαλωτίζει τα όνειρα μας.

Η συνετή φωνή μας τριβελίζει αδιάκοπα το μυαλό
-Το χθες είναι εμπειρία σε διδάσκει
-Πρέπει να σχεδιάζεις το αύριο, να έχεις πλάνο
-Όλα είναι θέμα σωστού συντονισμού. Υπομονή,
 η κατάλληλη ώρα θα έρθει και η επιτυχία θα σου ανοίξει
 τα φτερά και θα πετάξεις. Θα ερωτευτείς,
 θα επαναστατήσεις, θα ζήσεις όπως εσύ θέλεις .
Πρόσεξε όμως, όλα θέλουν την ώρα τους.

Σε στάση αναμονής, περιμένουμε
την ώρα τη σωστή, την καθωσπρέπει.
Με υπομονή ξηλώνουμε τις στιγμές μας
με υποταγή καρφιτσώνουμε στην απραξία τη ζωή μας
και όταν βρεθεί κάποιος να φωνάξει
«Βαρέθηκα να περιμένω το αύριο
να αντλώ εμπειρίες από πεθαμένη ζωή
θέλω να σπάσω την προκαθορισμένη κίνηση
θέλω τα όνειρα μου να κινούνται ελεύθερα
θέλω η επιτυχία μου να είναι η ελευθερία μου»
τον βαφτίζουμε τρελό ή χαμένο επαναστάτη
και συνεχίζουμε ανενόχλητα γονατιστοί
το μονοπάτι για την αντίπερα όχθη

Πως γίναμε έτσι; που είναι η καρδιά μας να φωνάξει:
Άνθρωποι συνετοί πως θα τελειώσετε έτσι
σαν κουρδισμένες καρικατούρες που γεννήθηκαν
μόνο για να πεθάνουν ηττημένες.

  



Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Μια εποχή στην κόλαση,Arthur Rimbaud



ΑΝ θυμάμαι καλά, κάποτε, ήταν η ζωή μου έκπαγλη
γιορτή που άνοιγαν όλες οι καρδιές καί όλα τα
κρασιά κυλούσαν.
Μια νύχτα πήρα την ομορφιά στα γόνατά μου.
Και τη βρήκα πικρή.
Και τη βλαστήμησα.
Οπλίστηκα ενάντια στη δικαιοσύνη. Δραπέτευσα.
Ω Μάγισσες, Μιζέρια, Μίσος, εσείς θα
διαφυλάξετε το θησαυρό μου.
Κατόρθωσα να σβύσω από το λογικό μου κάθε
ελπίδα ανθρώπινη.
Μ' ύπουλο σάλτο, χύμηξα σα θηρίο πάνω σ' όλες
τίς χαρές να τις σπαράξω.
Επικαλέστηκα τους δήμιους να δαγκάσω, πεθαίνοντας,
τα κοντάκια των όπλων τους.
Επικαλέστηκα κάθε Οργή και Μάστιγα να πνιγώ
στο αίμα, στην άμμο.
Η απόγνωση ήταν ο θεός μου.
Κυλίστηκα στη λάσπη.
Στέγνωσα στον αέρα του εγκλήματος.
Ξεγέλασα την τρέλλα.
Κι' η άνοιξη μου προσκόμισε το φρικαλέο γέλοιο
του ηλίθιου.
Μα τώρα τελευταία, πριν τα τινάξω για καλά,
λέω ν' αποζητήσω το κλειδί του αρχαίου συμπόσιου
μήπως βρω ξανά την όρεξή μου.
Τό κλειδί αυτό είν' η συμπόνοια.
Η έμπνευση τούτη δείχνει πως ονειρεύτηκα.
«Θα μείνεις ύαινα...». ολολύζει ο διάβολος :
και με στεφανώνει με πλήθος ιλαρές παπαρούνες.
«Φτάσε στό θάνατο μ' όλες τις αχαλίνωτες ορέξεις σου,
τη φιλαυτία σου, και κάθε ασυγχώρητο αμάρτημα !»
Αχ ! απαύδησα.
Αλλά, Σατανά, φίλτατέ μου, να χαρείς, όχι βλοσυρές ματιές.
Περιμένω μερικές βδεληρότητες, αναδρομικά.
Ωστόσο, για σάς, τους εραστές της απουσίας του
περιγραφικού η διδακτικού ύφους σ' έναν συγγραφέα,
για σάς αποσπώ τις λίγες ελεεινές αυτές σελίδες από
το σημειωματάριο ένός κολασμένου.