Ο Ταχυδρόμος χτύπησε μια φορά με δύο ποιητικές συλλογές και ανείπωτη χαρά και μόνο που διάβασα το όνομα του αποστολέα Τόλης Νικηφόρου άοκνος ποιητής ή ένας άνθρωπος παντρεμένος με την ποίηση.
συστατική επιστολή
σφίξε μου ζεστά το χέρι
με όλη την παλάμη σου
και μίλησέ μου στον ενικό
με το μικρό μου όνομα
μια θέση αν θέλεις στην καρδιά μου
η γέννηση των πουλιών
τον εγκλεισμό για λίγο αντέχουν
κι αφήνοντας ένα ισχνό αποτύπωμα
τα κάγκελα σπάζουν της γραφής
κι ελεύθερα στον ουρανό σκορπίζουν
όσοι έχουν ανοιχτή καρδιά
και μάτια παιδικά ψηλά στραμμένα
βλέπουν εκστατικά τα χίλια χρώματα
ακούν το μουσικό φτερούγισμά τους
έτσι γεννιούνται τα πουλιά
και με το σπέρμα τ’ ουρανού
κυοφορούνται τα νέα ποιήματα
τα αληθινά ποιήματα
όχι οι αρμονικές ωραίες λέξεις
σε σελίδες έντυπων ή ηλεκτρονικών βιβλίων
ποίημα είσαι εσύ γλυκό κορίτσι
που σκύβεις το κεφάλι και διαβάζεις
ποίημα είναι η φωνή και το χαμόγελό σου
στον δρόμο το ανάλαφρο περπάτημά σου
και οι απαλές καμπύλες στο κορμί σου
ο κόσμος όλος είναι πλημμυρισμένος
ποιήματα ζωντανά αληθινά
κι εμείς αποτυπώνουμε με λέξεις
μια ισχνή περιγραφή τους
βγείτε στον δρόμο και διαβάστε
πραγματικά απολαύστε
τα καθημερινά αυτά θαύματα
από το φως στα μάτια της
ως το ανθισμένο δέντρο στην αυλή
κι ένα πουλί που φτερουγίζει στον ουρανό
το ατελείωτο ταξίδι
ποτέ πια δεν θ΄ αξιωθώ
τον γύρο του κόσμου που ονειρεύτηκα
αρχίζοντας με τον υπερσιβηρικό
από τη Μόσχα ως το Βλαδιβοστόκ
δεν θα γνωρίσω εξωτικά νησιά
στον μακρινό Ειρηνικό
ούτε θα δροσιστώ σε όαση της Σαχάρας
το ανέλπιστο όμως και μαγικό
το πιο συναρπαστικό ταξίδι
είναι στα βάθη των ματιών σου
που εκπέμπουν φως
το πιο μεγάλο ρίγος
στον ηλεκτρισμό που σπινθηρίζει
στις άκρες των δαχτύλων σου
στη μουσική των λέξεων
που εκφραστικά προφέρεις
εξερευνώ τα μυστικά και θαύματα
στα πέρατα του κόσμου
με το ατελείωτο αυτό ταξίδι
πώς γίνεται
να έχεις έρθει τόσο αργά
κι όμως να νιώθω μέσα μου
ότι η ζωή μου μόλις τώρα αρχίζει
μόνον εσύ να ξέρεις τη σκιά
και κάθε αχτίδα φως στα μάτια μου
πώς γίνεται
σαν ρίγος να κυκλοφορείς στις φλέβες μου
να είσαι εσύ ο ήχος της φωνής μου
όλα τα κόκκινα στις ζωγραφιές της γης
πώς γίνεται
να έχει κρυσταλλώσει ο χρόνος
κι όλες οι μέρες να χαράζουν
τη μαγική στιγμή που θα σε ξαναδώ
πώς γίνεται
να τρέμω σαν παιδί
στην ερημιά και πάλι μυστικά
ν’ ανθίζει ο κόσμος
και να δακρύζω τώρα
που τα γράφω όλα αυτά
πώς γίνεται έτσι ξαφνικά
το θαύμα κάτι καθημερινό
δεν είναι πια ερωτευμένη
δεν ανθίζει
με τους χυμούς της άνοιξης δεν λάμπει
σαν θάλασσα δεν σπινθηρίζει
κάτω απ' το φως των άστρων
ούτε ένα βλέμμα πια
δεν απομένει εκστατικό στο πέρασμά της
την κέρδισε η γαλήνη
την έχασε το θαύμα
μέσα στο πλήθος μόνη της να ζει
και να θυμάται.
ένα παιδί
με το πρόσωπο κολλημένο στο τζάμι
κοιτάζω εκστατικά
πίσω απ’ τις στάλες της βροχής
ένα πολύχρωμο κόσμο
κρύβω μέσα μου ένα παιδί
με τις τσέπες γεμάτες μπίλιες
μέσα στον χειμώνα
ένα παιδί με δακρυσμένα μάτια
για το γατάκι του που πέθανε
για το λουλούδι που μαράθηκε
για όσους έφυγαν χωρίς επιστροφή
κρύβω μέσα μου ένα παιδί
με τρύπιο παλτό
που λαχταράει τα ζεστά κάστανα
τη γειτονιά και τους φίλους
την άνοιξη που θα 'ρθει
κρύβω μέσα μου ένα παιδί
που δεν δέχεται
πως μπορώ να γελάω
όταν τη ίδια στιγμή κάποιος κλαίει
κρύβω μέσα μου ένα παιδί
απαρηγόρητο
που θα' θελε να φτιάξει τη ζωή
στα μέτρα της καρδιάς του
(1979)
κασταλία πηγή
γαλάζιο σύννεφο
μικρό πουλί
δώρο της τύχης και της άνοιξης
σαν ινδιάνος ονομάζω το παιδί μου
ζεστή φωτιά
αρκούδας γούνα απαλή
ανθισμένο καλύβι σ’ ένα κόσμο ερημιάς
σαν Εσκιμώος ονομάζω το παιδί μου
πρωινή δροσιά του χόρτου
φτερουγίζει στο μέτωπό του
η ανάσα του σαν κόκκινο μπαλόνι
υψώνει επίκληση στον ουρανό
με δέος η απεραντοσύνη
αγγίζει τα δυο του χρόνια
κι εγώ ισοβίτης από τοίχο σε τοίχο
τα βήματά μου που μετρούσα
λούζομαι τώρα στις μυστικές του λέξεις
με τα νύχια στην πέτρα ζωγραφίζω το φως
1986