Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

ν΄ ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα -Τόλης Νικηφόρου

Ομιλία μου στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής στη Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης

……..είμαι ιδιαίτερα συγκινημένη αλλά συνάμα και χαρούμενη που συμμετέχω σε αυτή εδώ την παρουσίαση και ο λόγος θα φανεί αμέσως πιο κάτω.

ν΄ ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα …

Με το στίχο αυτό συναντηθήκαμε τυχαία, πριν 3 χρόνια σε ένα τοίχο του fb . Σε τοίχο λοιπόν, σημειολογική συνάντηση, δυνατό το σύνθημα.

Ο ήχος της φυσαρμόνικας πάντα με γοήτευε, αυτή η θλιμμένη νοσταλγία σε ταξιδεύει σε χαμένους παραδείσους . Ο ήχος αυτής της φυσαρμόνικας όμως, κυριολεκτικά με μαγνήτισε, έλξη κεραυνοβόλα, καθολική και όπως η ματιά μου κυλούσε πάνω στους στίχους ,ένας διάλογος μου ξυπνούσε χιλιάδες μνήμες .

«και να χαμογελάει μια γλάστρα…» - αχ ναι! Σαν τις γλάστρες, στην αυλή της γιαγιάς μου, κάθε εποχή και άλλο χαμόγελο, με το χειμωνιάτικο να ξεχειλίζει χρώματα και αρώματα χρυσάνθεμων.

«το χώμα να μυρίζει γειτονιά…» - και ματωμένα γόνατα από ανέμελα παιχνίδια.

«νωχελικά να κατεβαίνεις…»- τα καλντερίμια , να ακούς , να μυρίζεις να γεύεσαι , να ονειρεύεσαι

- ποιος είναι αυτός που κάνει τις λέξεις να μιλούν;

Τόλης Νικηφόρου ,από τη συλλογή Μυστικά και θαύματα ο ανεξερεύνητος λόγος της ουτοπίας (2007).

Ο σαγηνευτικός ήχο αυτής της φυσαρμόνικας με οδήγησε στα μονοπάτια της ποίησης του Τόλη Νικηφόρου. Μιας ποίησης σειρήνας, που μαγεμένη με ξέβρασε σε μια θάλασσα γεμάτη ερωτηματικά. Λέξεις ξεχασμένες που αργοπέθαιναν μέσα μου ,ουτοπία, όνειρο, μύθοι, θαύματα, το κόκκινο και το βαθύ γαλάζιο , πήραν πνοή ,βγήκαν ξανά στο φως ζητώντας δικαίωση .

Ο Τόλης Νικηφόρου χρησιμοποιώντας μια γλώσσα άμεση, απλή, κατανοητή, δημιουργεί γνήσια ποίηση. Πλάθει τις λέξεις του από φως, μετά τις χαϊδεύει και της δίνει ζωή και αυτές έτσι αιθέρια πλασμένες, ξεφεύγουν από τα στενά όρια της σελίδας και εισρέουν μέσα σου, σαν κελαρυστό ποτάμι, αφήνοντας στο πέρασμα τους, όλα τα υλικά που χρειάζεσαι για να χτίσεις την ουτοπία.

Γι αυτό το λόγο λοιπόν χάρηκα όταν μου προτάθηκε να μιλήσω για αυτή την ποιητική συλλογή . Αρχικά το θεώρησα και εύκολο , 32 ποιήματα , τα περισσότερα γνωστά και αγαπημένα . Ομολογώ όμως, ότι είναι δύσκολη υπόθεση η παρουσίαση μιας ποιητικής συλλογής , δεν μιλάω φυσικά για την παρουσίαση που βασίζεται στην εξειδικευμένη ανάλυση, που προϋποθέτει φιλολογική γνώση, αλλά στη λεκτική σχηματοποίηση των συναισθημάτων, που σου δημιουργούνται από το νοητό διάλογο με τον ποιητή. Τα περισσότερα ποίημα αυτής της συλλογής σαν χρονόπλοια, σε ταξιδεύουν σε μνήμες παλιές, ξυπνούν εικόνες μιας άλλης εποχής , γεύσεις γλυκές και αλησμόνητες . Η πόλη του ποιητή η Θεσσαλονίκη, η πόλη μου η Σιάτιστα , οι μνήμες μας σίγουρα διαφορετικές , που όμως ενώνονται στο χωροχρόνο και γεννούν κεραυνούς συναισθημάτων. Αυτή τελικά είναι η ουσία της συναισθηματικής προσεγγίσεις , οι αστραπιαίες εκρήξεις ποιητικής ηδονής, που βιώνεται μεν με διαφορετικό τρόπο, αλλά παραμένει ηδονή.

Εδώ το σούρουπο ανατέλλουν οι ψυχές… ελεύθερες αλητεύουν στα σοκάκια μιας πόλης μαγικής, μιας πόλης που ξεδιπλώνει όλα τα μυστικά και θαύματα της μέσα από τους στίχους των ποιημάτων της νέας συλλογής του Τόλη Νικηφόρου «ν’ ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα…»

Ας τις ακολουθήσουμε λοιπόν σε μια ποιητική περιπλάνηση.

Στάση αναμονής , το εξώφυλλο. Η τοπιογραφία της Θεσσαλονίκης ,από τον ζωγράφο Nτίνο Παπασπύρου αναδεικνύει μέσα από χρώματα, σημαντικά μνημεία και σημεία της πόλης, με χαραγμένη πάνω τους όλη την ιστορία της. Η παρουσία του κτιρίου της σύγχρονης διεθνούς έκθεσης δηλώνει ξεκάθαρα ότι η πολυπολιτισμική πόλη στο μυχό του κόλπου, παραμένει ακόμη το σταυροδρόμι των λαών.

Όταν στην περιπέτεια της ψυχής υπερισχύει τελικά η αγάπη … το ταξίδι μας ξεκίνησε .

Οι κλωστές που μας ενώνουν με τη γενέθλια πόλη μας, είναι αόρατες και ως εκ τούτου άτρωτες ,σχέση «αγάπης-μίσους» , που εναλλάσσεται με συγκεκριμένο ρυθμό. Η παιδικότητα μας θεμελιώνει την αγάπη , την οποία ανακαλύπτουμε πολύ αργότερα μέσα μας, σαν προαιώνιο φως . Η πρώτη μας γνωριμία με το περιβάλλον, οι ισχυροί φιλικοί δεσμοί των παιδικών μας χρόνων, η όμορφη αλητεία της παιδικότητας μας , όλα αποτυπωμένα σε γειτονιές ,πλατείες , πάρκα. Ανεξίτηλα σημάδια στο χρόνο που περιμένουν να τα ξαναανακαλύψουμε.

Στην εφηβεία και στα πρώτα νεανικά μας χρόνια , οι ανατροπές είναι αναπόφευκτες , η γενέθλια πόλη μια σταθερή που θέλουμε να γκρεμίσουμε, οι αόρατες κλωστές φυλακή που θέλουμε να κόψουμε. Οι παιδικές μνήμες ακίνητα μουσειακά εκθέματα που δίνουν ψευδαίσθηση ζωής.

Στην ενήλικη ζωή μας, πληρώνουμε την ωριμότητα με τον πόνο της απώλειας, ότι αγαπήσαμε και ότι χάσαμε άφησε τα ίχνη του στη μακρινή πατρίδα ,εκεί επιστρέφει η ψυχή μας και η βεβαιότητα ότι εκεί ανήκουμε είναι πια αναμφισβήτητη.

Σε αυτή τη ποιητική συλλογή βρίσκει κανείς όλα τα αποτυπώματα που άφησε πίσω στο χρόνο. Η Θεσσαλονίκη , η πόλη του ποιητή, κινεί τα αόρατα νήματα και ξεχασμένες φιγούρες αρχίζουν την παράσταση, σε χρόνο άχρονο και τόπο ουτοπικό .

Ξεκινώντας με μια ανέλπιδη αναζήτηση το 1966 καταλήγει ο ποιητής το 2012 να μη ξέρει τι αναζητώντας .Στα 29 ποιήματα που έχουν επιλεγεί από παλιότερες ποιητικές συλλογές και στα 3 αδημοσίευτα ,η περιπέτεια της ζωής του ξεδιπλώνεται σε ντιμινουέντο οργής και κρεσέντο αγάπης .

Στα πρώτα επτά ποιήματα κυριαρχεί ο θύμος και η οργή . Το νεκρωμένο τοπίο όπως φαίνεται στους άταφους , η ιδέα που ακινητοποιήθηκε , η ζωή που μοιάζει με ψευδαίσθηση, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, η ομορφιά που χάνεται τον απογοητεύουν και αυτή η απογοήτευση αποτυπώνεται με οργή στους στίχους μαζί με όλη την κοινωνικοπολιτική κατάσταση της εποχής . Η Θεσσαλονίκη δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τη γενική σήψη που είναι νόσος μεταδοτική. Στον αντίποδα ίχνη αγάπης από μνήμες παιδικές και ο έρωτας που αποτυπωμένος ακόμη και στην άχρωμη επιφάνεια του μπετόν φωτίζει λίγο το σκοτεινό τοπίο. Στην Θεσσαλονίκη του 80 το μόνο που διασώζει την υγρή μορφή του είναι ο έρωτας στα μάτια των κοριτσιών.

Φτάνοντας στο 1991 και στη συλλογή « Ξένες χώρες» η απόσταση και ο πόνος της ματιάς που υπήρξε, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για στροφή προς την αγάπη , η οποία φαίνεται ξεκάθαρα στην επόμενη ποιητική συλλογή που εκδόθηκε το 1994 «το διπλό άλφα της αγάπης» . Στους στίχους των ποιημάτων γενέθλια πόλη 1 και 2 ξεδιπλώνεται η λαμπρή ιστορία της αγαπημένης πόλης. Ότι με επιμέλεια σαν παιδί έκρυψε στα διάφορα σημεία, φανερώνονται τώρα μπροστά του και του δηλώνουν ευθαρσώς ότι «εδώ ανήκεις» η πλατεία ουρανός (Δικαστηρίων) σε ανάθρεψε και πάντα σ΄ αυτή θα επιστρέφεις. Το «ποτέ» και το «πάντα», τέμνονται : Ποτέ δεν θα ξαναβρούμε την παιδικότητα μας, πάντα θα την κουβαλάμε μέσα μας.

Τα επόμενα 23 ποιήματα, ταξίδι ονείρου, με τους δείχτες του ρολογιού σε αριστερόστροφη τροχιά, «η επιστροφή». Χείμαρρος οι μνήμες , τα σημάδια της αγάπης , άσβηστα στο χρόνο, δίνουν στα σημεία της πόλης ένα αλλιώτικο φως , μια απέραντη ζεστασιά . Οι απουσίες , παρουσίες. Ξεπροβάλει ο πατέρας και ο σίγουρος ίσκιος της μητέρας, αποτυπώνουν αχνά στο το βάθος της πλατεία τη βεβαιότητα ότι είσαι προστατευμένος. Ακόμη και ο πόνος στη φύση μας είναι , πάντα συνοδεύει όλες εκείνες τις φωτιές , που κάποτε φανέρωσαν ξαφνικά την λάμψη τους κι ύστερα έσβησαν στο μακρύ δρόμο κάτω από τα κάστρα

Και ένα ταξίδι που ξεκίνησε με ένα σιδερένιο καράβι καρφωμένο στην πλατεία τελειώνει με ένα μαγικό καράβι με κόκκινα πανιά και ξάρτια που αγκυροβολεί στης παραλίας το βαθύ γαλάζιο. Η επιστροφή και πάλι στα δεκαοκτώ, σου δίνει εισπνοές από το εξαίσιο άρωμα του έρωτα. Τι καλύτερο να μας επιφύλασσε ο ποιητής για τέλος; Ποιος δεν έχει μια τέτοια μνήμη και ποιος δεν νιώθει τη γλυκιά αίσθηση των σφιχτοδεμένων χεριών.

Αν με ρωτούσατε τι αποκόμισα εγώ διαβάζοντας αυτή τη ποιητική συλλογή θα σας απαντούσα ότι, εκτός του ότι κοινώνησα συναισθήματα μέσα από ένα γνήσιο ποιητικό λόγο, τα 32 ποιήματα χωροβάτες, οριοθέτησαν στο εσωτερικό μου άπειρο την έννοια «γενέθλια πόλη» και κάποια σημεία του παρελθόντος απέκτησαν άλλη διάσταση στη συνείδηση μου, όπως το αγιόκλημα στην αυλή του πατρικού μο
υ .

Θεσσαλονίκη 1980

πολιτεία ρημαγμένη στον μυχό του κόλπου
βάρβαροι με χρωματιστές κορδέλες
με χάντρες εξαγοράζουν την ψυχή σου
πανικός
άγριος πανικός στους δρόμους
πανικός στα γραφεία
πανικός στα σπίτια που υψώνονται
και φράζουν τον άνεμο
καθώς οι νεκροί σαπίζουν
μέσα στα βιβλία τους
και αναδίδουν οσμή βραβείων
στάχτη αρπαχτικές κραυγές
μια άνοιξη που ευνουχίστηκε
και το αίμα της ζωγραφίζει πολύχρωμες διαφημίσεις
μια στιγμή πριν απ’ το τέλος
και έρωτας
έρωτας που κυκλοφορεί ανύποπτος
που δεν θέλει τίποτα να μάθει
έρωτας στα υγρά μάτια των κοριτσιών

(από τη συλλογή Το μαγικό χαλί, 1980)


βυθισμένοι σε αχνά χαμόγελα και φως

μέσα σε πολύχρωμα αδιάβροχα και ζεστούς σκούφους
φορώντας τις μαγικές τους μπότες
βυθισμένοι σε αχνά χαμόγελα και φως
κάθε πρωί εισπλέουν στο νηπιαγωγείο της γειτονιάς
οι άγγελοι που δεν γνωρίσαμε
σαν μπίλιες απ’ τις τσέπες τους στο χώμα απλώνουν
όλα τ’ αστέρια τ’ ουρανού
μας δείχνουν τον θεό που δεν πιστέψαμε
σκορπίζουν στον αέρα θαύματα που δεν αξίζουμε
με μιαν ανάσα τους στηρίζουν
την ετοιμόρροπη ζωή μας

(από τη συλλογή Χώμα στον ουρανό, 1998)


μέσα στα χρώματα μπροστά μου η Έφη
εκεί που πήγαινα
βαρύς και μόνος με τα χρόνια μου
στην Εγνατία
ανάμεσα σε χωρικούς και μαγαζάτορες
βγήκε και πάλι ξαφνικά
μέσα στα χρώματα μπροστά μου η Έφη
κι έγειρε να σκουπίσει με τα μάτια της
τη μελανιά απ’ το παλιό μου μπικ στο μέτωπο.
ένα δειλό πορτοκαλί
αχνοχάραζε στα χείλη της
κι ένα βαθύ γαλάζιο ξέφτι τ’ ουρανού
είχε σκαλώσει στα μαλλιά της.
σφιχτά κρατώντας τα βιβλία στο λευκό πουκάμισο
η ίδια εκείνη Έφη απ’ τα δεκαοχτώ
το ίδιο σκονισμένο απομεσήμερο
τα ίδια εκείνα μάτια
μέσα στη θλίψη που χαμογελούσαν


(από τη συλλογή Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται, 2002)


ν’ ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα

ν’ ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα
και να χαμογελάει μια γλάστρα στο μπαλκόνι
αχνά μες στο ψιλόβροχο να ξημερώνει Κυριακή

το χώμα να μυρίζει γειτονιά
και ο ταμπλάς ξεροψημένο σάμαλι
ένας χαρταετός να υψώνεται πάνω απ’ τα κάστρα

νωχελικά να κατεβαίνεις την Αριστοτέλους
να κάθεσαι σε καφενείο της παραλίας
πίσω απ’ τα τζάμια να ρουφάς
αργά, πολύ αργά τον τούρκικο
και να καπνίζεις ένα, δύο, τρία τσιγάρα
με τον καπνό να σε τυλίγει σαν ομίχλη
κοιτάζοντας τα ψαροκάικα και πιο βαθιά τη θάλασσα

ν’ ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα
χρώματα σκοτεινά να αναδύονται στο φως
να ονειρεύεσαι ταξίδια

(Από τη συλλογή Μυστικά και θαύματα, ο ανεξερεύνητος λόγος της ουτοπίας, 2007)


φωτιά μέσα στα χόρτα που έρπει

μ’ αρέσει αυτό το κάτι στη φωνή σου
ήχος αχνός κι εκστατικός
ένα φτερούγισμα που απλώνεται τριγύρω
όπως όταν στο βάθος τ’ ουρανού χαράζει
κι όλα τα άλλα φώτα χαμηλώνουν

μ’ αρέσει αυτό το κόκκινο στις λέξεις σου
θαμπό σαν τη φωτιά μέσα στα χόρτα που έρπει
και φανερώνει ξαφνικά τη λάμψη και το χρώμα της

δρόμος μακρύς κάτω απ’ τα κάστρα
κι είσαι η πλατεία με τις μουσικές στο τέρμα του


(από τη συλλογή Το μυστικό αλφάβητο, 2010)