Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024

Ένα ποίημα //αφιερωμένο -Βίκυ Βανίδη

Σκέφτηκα να σου γράψω ένα γράμμα, όμως δεν γνωρίζω νότες ούτε ιπτάμενη γραφή.// Ήθελα κάποτε να γνωριστούμε, μα άλλοτε εσύ φορούσες φτερά και γω βυθιζόμουν στη θάλασσα, άλλοτε εγώ ήμουν Αμαδρυάδα στα βάθη του Αμαζονίου και συ ανυπότακτο θαλασσοπούλι στον Ατλαντικό.// Ήθελα σε αδιάστατο χρόνο να συναντηθούμε, μα όταν εσύ με περίμενες στο ουράνιο τόξο εγώ ερχόμουν στη σελήνη.// Όταν εσύ τραγουδούσες στο Μάτσου Πίτσου εγώ ψιθύριζα ξόρκια στη λεκάνη των Καρπαθίων.// Όταν ζωγράφιζες στάχια στις σπηλιές εγώ ήμουν κόκκινη αλεπού στον Ωρίωνα.// Όταν εσύ περίμενες στο σταθμό της Αμβέρσας, εγώ έμπαινα στο Πόρτο Λάγκος.// Σε όλους τους τόπους δεν βρέθηκε ποτέ χώρος για μας. //Σε όλους τους χρόνους ούτε μια στιγμή δεν καμπύλωσε να δεχτεί τον έρωτα μας.// Θέλω να σου γράψω ένα ποίημα , για να είναι η μόνη γη που θα βρουν οι ψυχές μας τόπο ν’ αγκαλιαστούν



Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2024

Βουνίσιος ερημίτης Λι Μπάι «Ποιήματα» εκδόσεις Κίχλη, 2023

"Πιωμένος 

τα καταφέρνω όμως και σηκώνομαι 

ως το ρυάκι να πάω 

το φεγγάρι ακολουθώντας καταπόδας.

Τα πουλιά χάθηκαν 

ο κόσμος κάτι λίγο".



"Βουνίσιος διάλογος"
Τι κάθεσαι και κάνεις, ζώντας ολομόναχος στο βουνό;»
με ρωτούν κι εγώ χαμογελώ, είναι ήσυχη η καρδιά μου.
Σαν πέσουν οι ανθοί και περάσει το φουσκωμένο το νερό
ο κόσμος μου πια ολάκερος δεν είναι των ανθρώπων.


Ο Λι Μπάι, γνωστός και ως Λι Πο ή Τάι Λι Πο, συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους και πλέον αντιπροσωπευτικούς ποιητές της Κίνας. Γεννήθηκε το 701 μ.Χ. στο Τσαγκ Μινγκ της επαρχίας Σιτσουάν. Για κάποιο διάστημα υπήρξε κρατικός λειτουργός και ποιητής της αυτοκρατορικής αυλής. Όταν διώχθηκε από εκεί, περιπλανήθηκε επί δεκαετίες στο εσωτερικό της χώρας ως νομάς, ως μοναχός των δασών και των λιμνών. Στα ποιήματά του -περίπου χίλια τον αριθμό- ύμνησε την ομορφιά της φύσης, τον έρωτα και την απόλαυση που χαρίζει το κρασί.

Πέθανε το 762 μ.Χ. στα εξήντα ένα του χρόνια. Επηρέασε κι εξακολουθεί να επηρεάζει πολλούς δημιουργούς, όχι μόνο στην Κίνα αλλά και στη Δύση. Οι Κινέζοι θεωρούν ότι είναι ο πιο ανθρώπινος από όλους τους ποιητές τους, που έχει τη δύναμη να τους εμψυχώνει σε δύσκολους καιρούς.”

"Συμβουλεύοντας τα σπουργίτια"
Όχι, να μην πετάτε μαζί με τις αλκυόνες
του Γιαν-τσό.
Ούτε με τα χελιδόνια που κουρνιάζουν στο παλάτι
των Γου.
Αν καεί το παλάτι, κι οι δικές σας οι φωλιές
θα πάρουν φωτιά
αλλά και τα δίχτυα θα σας πιάσουν
με τις αλκυόνες μαζί.
Μόνα σας λοιπόν, σπουργίτια των αγρών
κάτω από τις καλαμιές εσείς να μείνετε
κι έτσι γεράκια κι αετοί ποτέ δεν θα σας βρουν.”

"Κατευόδιο"

Τα βουνά στα βόρεια με τη γαλάζια τους γραμμή
κι η καμπύλη στ’ ανατολικά
εκείνο το λευκό χνάρι
στη μέση εμείς την ώρα του αποχωρισμού.
Το ταξίδι μου θα πάρει καιρό
το ξέρω, λουλούδι χωρίς ρίζα θα ‘μαι.
Να με θυμάσαι κάθε που θα βραδιάζει
κι εγώ ένα σύννεφο
έτσι κοντά σου θα ‘ρχομαι.
Τ’ άλογο βιάζεται να φύγουμε
ας πούμε «αντίο».”

"Τραγούδι του φθινοπώρου πάλι στα πράσινα νερά"
Τι φεγγάρι! Το πλένουν τα πράσινα νερά.
Τι φως, αλήθεια! Οι ερωδιοί ξαφνιάζονται
νομίζουν ότι ξημέρωσε
για μια στιγμή κάνουν να πετάξουν.
Μια γυναίκα μαζεύει κάστανα του νερού
ο άντρας την ακούει
μετά κι οι δυο τους τραγουδούν
γυρνώντας σπίτι μέσα στη νύχτα.

"Ως τα ξημερώματα"
Θα πρέπει πολλές κανάτες να πιούμε
πώς αλλιώς τις πίκρες μας να διώξουμε μια και καλή;
Τέτοιες νύχτες, οι εξομολογήσεις ποτάμι που ξεχύνεται.
Σελήνη μου λευκή, μην αφήσεις τον ύπνο να φανεί.
Μεθυσμένοι θα γείρουμε στις σπηλιές του βουνού
στρώμα και προσκέφαλό μας ας είναι ο ουρανός και η γη.

"Άρωμα από μακριά φτάνει ως εδώ"
Κι ήταν γεμάτο λουλούδια το δωμάτιό μου
όταν η ομορφιά ήταν εδώ μαζί μου.
Δεν υπάρχει πια. Μόνο τ’ άδειο κρεβάτι έμεινε.
Το πάπλωμα το κεντητό διπλωμένο κι αυτό.
Δεν με πιάνει ύπνος.
Τρία χρόνια πέρασαν, μα το άρωμά της μένει.
Αλλά πώς γίνεται και δεν φεύγει κι αυτό;
Μήπως σημάδι είναι
ότι η αγάπη μου θα γυρίσει πάλι κοντά μου;
Πόσο μου λείπει
ενώ γύρω μου πέφτουν τα κίτρινα φύλλα
κι η πάχνη της αυγής νοτίζει τα πράσινα μούσκλια.

Απόδοση - επίμετρο: Γιώργος  Βέης,

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024

Ιερή μανία - Βίκυ Βανίδη

Πότε πετάμε και πότε έρπουμε
Έτσι είναι ο έρωτας μου λες
παραμύθια και βάσανα μοιράζει
στην πτήση και στην πτώση του
κι αν είναι ν΄ αφήσουμε ένα σημάδι
μαρτύρα του πόθου μας θα είναι
αυτή η ακαταμάχητη ιερή μανία που
άρπαξε την ψύχη μας και την τράνταξε

Τι ωραίο να ξέρω πως είσαι εδώ
σαν τραγούδι σειρήνας μόνο για μένα
Ν΄ ακούω τη φωνή σου στην άκρη της
καληνύχτα, στην αρχή της καλημέρα
να μου χαμογελάς ξεχτένιστη καθώς
σε κοιτώ με μάτια μισόκλειστα

Τι όμορφο που είναι όταν όλοι φεύγουν
και μένεις εσύ γεμάτος απ΄ τη φλόγα
του έρωτα, να ιριδίζει στο βλέμμα σου
Κι όπως με κοιτάς σαν λαίμαργο θεριό που
θα ορμήσει να με κατασπαράξει καταλύομαι
άχραντη στην ιερή μανία σου

Οι στιγμές σαν γοργοπόδαρο ελάφι
τρέχουν και χάνονται και μείς θα
μείνουμε μια χούφτα χώμα που πολύ
ονειρεύτηκε υπνωτισμένη απ΄ έρωτα