Έκρυβε σε παλιές τσάντες
κομμένα χαρτάκια με μεγάλα λόγια
για μια ώρα ανάγκης έλεγε·
όταν άδειαζε το πορτοφόλι της
έψαχνε στις μικρές κρυψώνες
ρέστα από μακρινά καλοκαίρια
έτσι αγόραζε αναμνήσεις.
Η Τζια, η θάλασσα ,η αμμουδιά
το φεγγάρι που έπαιζε με το νερό...
και δεν την πίκραιναν τα ακάλυπτα
«για πάντα», την γλύκαινε η προσμονή
μιας άνοιξης που θα τα ξοφλούσε·
δροσιζόταν με ονειρικές μνήμες
και ας την έκαιγε η βεβαιότητα,
ότι ποτέ δεν πήγε στη Τζια
κομμένα χαρτάκια με μεγάλα λόγια
για μια ώρα ανάγκης έλεγε·
όταν άδειαζε το πορτοφόλι της
έψαχνε στις μικρές κρυψώνες
ρέστα από μακρινά καλοκαίρια
έτσι αγόραζε αναμνήσεις.
Η Τζια, η θάλασσα ,η αμμουδιά
το φεγγάρι που έπαιζε με το νερό...
και δεν την πίκραιναν τα ακάλυπτα
«για πάντα», την γλύκαινε η προσμονή
μιας άνοιξης που θα τα ξοφλούσε·
δροσιζόταν με ονειρικές μνήμες
και ας την έκαιγε η βεβαιότητα,
ότι ποτέ δεν πήγε στη Τζια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου