Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Βέργα ακροβάτη είναι η ποίηση - Στέργιος Πολύζος

1η ποιητική συλλογή του Στέργιου Πολύζου «Ο Χρόνος και η Λίμνη»

Πρόλογος 
Ένας ποταμός ο χρόνος και κυλάει αδιάκοπα. Η παρούσα στιγμή, κοινή μα και τόσο ξεχωριστή για τον καθένα, ήδη αποτελεί παρελθόν. Σύντομα εκρέει στη λίμνη. Θα σταθεί λίγο στην επιφάνειά της, στην περιορισμένη χώρα του συνειδητού, για να στοιβαχτεί στη συνέχεια στο βυθό της, στο ατομικό υποσυνείδητό μας. Προσωπικά όνειρα κι εφιάλτες απαλλαγμένα από τα δεσμά του χώρου και του χρόνου βρίσκονται εκεί σε διαρκή πόλεμο και ειρήνη. Ο απόηχός τους φτάνει στην επιφάνεια άλλοτε ως ακαθόριστος βόμβος κι άλλοτε ως μάχη που διασαλεύει τη συνήθως ακύμαντη μακαριότητά της.
Εκτός του ατομικού υποσυνείδητου όμως, στο βυθό της λίμνης κείται και το συλλογικό υποσυνείδητο. Ο βυθός έτσι απλώνεται, γίνεται βυθός πελάγους κι ωκεανού, για να αγκαλιάσει διαχρονικά συσσωρευμένες πανανθρώπινες εμπειρίες, απωθημένες, μα υπαρκτές. Και βέβαια στο βυθό δεν υπάρχουν σύνορα που να διαχωρίζουν το ατομικό από το συλλογικό υποσυνείδητο, αλλά το καθένα περιέχει και περιέχεται στο άλλο, επηρεάζει κι επηρεάζεται από το άλλο.
Ελεύθερη κατάδυση η ποίηση στο βυθό της λίμνης. Ταξίδι αυτογνωσίας με μόνο σύντροφο μια αναπνοή. Στο βυθό, όπου ο συμβολισμός έχει πρωτεύοντα ρόλο, όπως και στην ίδια, που δονείται από τις αλλεπάλληλες σεισμικές του δονήσεις.


Βιογραφικό μου είναι οι μνήμες
Πέτρες που με ξυπνούν βαθιά
μεσάνυχτα
Φιλιά που αρνούνται ν’ αποτάξουν
τη γλύκα 
Μνήμες που κάποτε αποτολμώ
Να ξεμπροστιάσω
Κι άλλοτε ξημερώματα να τις 
βγάλω για ποτό.

Παρουσίαση από Βίκυ Βανίδη

Σπάνια ξεκινώ την ανάγνωση, ειδικά μιας ποιητικής συλλογής, από το βιογραφικό, συνήθως το αφήνω για το τέλος και μερικές φορές δεν το διαβάζω καθόλου. Έχω καταλήξει στην άποψη ότι η ποίηση δεν κλείνεται στις επιτυχίες του ποιητή και σίγουρα δεν έχει βιογραφικό. Δεν την χαρακτηρίζουν προσόντα που αναγράφονται σε ένα βιογραφικό ,όπως η ιδιοφυία , η εξυπνάδα , η μόρφωση. Η Ποίηση είναι πλάσμα αρχέγονο, βγαλμένο από σκοτεινό βαθύ πηγάδι, από τον ιδανικό πόνο και από τη χαμένη νοσταλγία, είναι πράξη ερωτική αλλά και βαθιάς απόγνωσης, είναι λέξεις που τρυπάνε και πονούν γιατί μόνο έτσι μπορούν να μεταδώσουν το συναίσθημα. Ποίημα που δεν τρέμει από συγκίνηση και απλά κουβαλάει το βιογραφικό του ποιητή δεν είναι ποίημα.
Αυτό το βιογραφικό όμως, με προσδιορίζει και αυτός είναι ο λόγος που κατ΄ αρχήν ένιωσα μια οικειότητα με τον ποιητή
Αυτό το βιογραφικό προσδιορίζει όλους μας , είναι το βιογραφικό της ανθρώπινης ύπαρξης , το βιογραφικό που συναντούμε στο βυθό της λίμνης εκεί που το ατομικό υποσυνείδητο συναντά το συλλογικό όπως σοφά αναφέρει ο ποιητής στον πρόλογο αυτής της ποιητικής συλλογής. Στο βυθό αυτής της λίμνης λοιπόν σήμερα, παρέα με τους στίχους, ας τολμήσουμε μια ελεύθερη κατάδυση
Ένα βιβλίο σίγουρα απευθύνεται στην όραση , αλλά και στην όσφρηση, στην αφή σήμερα και στην ακοή, το πιάνεις στα χέρια σου σαν πλάσμα ζωντανό που έχει να σου εμπιστευτεί τα μυστικά του, αν όχι όλα, έστω αυτά που μπορείς να αντέξεις.
Ξεκινώντας λοιπόν την ποιητική ελεύθερη κατάδυση μας στην συλλογή «Ο χρόνος και η Λίμνη» πρώτη στάση, για βαθιά εισπνοή, το εξώφυλλο, όπου με το έργο του Νίκου Αρμπιλιά «Ακυμαντότητα» νιώθουμε το αδιατάρακτο της επιφάνειας, που θα μπορούσε να μας προϊδεάσει για ένα γαλήνιο ταξίδι ή μήπως είναι ένας απλός υπαινιγμός γαλήνης που κάτω από την επιφάνεια κρύβει μια πολυκύμαντη περιπέτεια; Πολύ σύντομα από το πρώτο κιόλας ποίημα παίρνουμε την απάντηση, αφού διαπιστώνουμε ότι καταλύεται ο χρόνος, ο χώρος, ο τόπος, μένει ο αναγνώστης χωρίς κανένα γνώριμο μέγεθος να αναμετρηθεί με μνήμες που του ήταν γνωστές και τώρα τον κοιτούν παράξενα σαν ξένες. Μπαίνει στο παιχνίδι του δίπολου θύμηση-λησμονιά και πλέον είναι σίγουρος ότι η έννοια «ελεύθερη κατάδυση» δεν έχει ακριβώς τη σημασία που αυτός πίστευε. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της κατάδυσης καλείται να βρει τρόπο να ιχνηλατήσει το δέος μέσα του και με δικά του χρώματα να οριοθετήσει το εσωτερικό του άπειρο.
Οι Μνήμες μας ακίνητα εκθέματα στο μουσείο του νου μας, κάποτε ήταν ορμητικά ποτάμια ή μεγαλοπρεπείς κινήσεις που η στιγμή τα εγκλώβισε και τα τοποθέτησε σε ράφια Όλα αυτά τα μουσειακά εκθέματα συναντούμε στο βυθό αυτής λίμνης, τα πάθη μας, τα λάθη μας, τη θλίψη , τη χαρά μας , τα όνειρά μας και τις εικόνες αγαπημένων που χάθηκαν για πάντα και εκεί συναντούμε και εκθέματα άλλων, που ενώνονται και απλώνονται στο βυθό σαν λασπωμένα ναυάγια και κάπου κάπου σπάει η μονοτονία με λάμψεις από αναβοσβήνουσες μαρκίζες διανυκτερευόντων όνειρων.
Αυτά τα ποιήματα δεν στοχεύουν στην εύκολη συγκίνηση, λειτουργούν περισσότερο σαν βαρίδια παρά σαν αναπνευστήρες , νιώθεις έναν κόμπο ακόμα και όταν αναδυθείς στη επιφάνεια κλείνοντας το βιβλίο
Ο Ποιητής πειραματίζεται σε ένα μεγάλο ζητούμενο, την πολλαπλή ένωση της ποίησης με τη ψυχολογία του σύγχρονου ανθρώπου , τη φιλοσοφία, την ιστορία και την διεθνή επικαιρότητα, με τρόπο όμως που ο ποιητικός λόγος να παραμένει οραματικός , σε όλα του τα ποιήματα υπάρχει μια στοχαστική συμπύκνωση αλλά και το στοιχείο του απρόοπτου που ανατρέπει την καθιερωμένη ροή των πραγμάτων και η αίσθηση της αγάπη που δεν είναι πάντα ακριβώς βεβαιότητα αλλά υπαινιγμός . Ο ποιητικός λόγος του Στέργιου ισορροπεί στο μεταίχμιο πραγματικότητας κι ονείρου. Εκφράζει, με τον πιο αβίαστο τρόπο και με τις πιο φυσικές εικόνες, τον εσωτερικό καημό του ποιητή που γίνεται λέξη, έκφραση και εν τέλει πρόσκληση για συμπόρευση και συναίσθηση κοινών σε όλους μας βιωμάτων.
37 ή μάλλον 39 μαζί με τον πρόλογο και το βιογραφικό ποιήματα κινούνται και κινούν το χρόνο και τις μνήμες , εισρέουν στην ακύμαντη επιφάνεια του εγώ και σε παρασύρουν στον πολυκύμαντο βυθό του είναι. Προσωπικές μνήμες του ποιητή απλώνουν πλοκάμια και μπλέκονται με μνήμες του αναγνώστη και ανάμεσα στους κόμπους ξεπηδούν συλλογικές μνήμες και αυτή η κατάδυση δεν έχει τέλος.
Τέλος όμως έχει η δική μου προσέγγιση γιατί αν συνεχίσω και άλλο, το μόνο που θα εξυπηρετήσω θα είναι η ματαιοδοξία μου και αν κάτι ισχυρό μου δίδαξε αυτή η ποιητική συλλογή είναι το πόσο εύκολα μεταναστεύουμε στην αυτοκρατορία του εικονικού εγώ

Και όπως λέει ο Μέσκος
«Πλην των ταλαντούχων δημιουργών υπάρχουν και οι ταλαντούχοι


δύσκολοι αναγνώστες . Που κινητοποιούν το κείμενο βοηθώντας και τον δικό τους κόσμο.

Υπάρχει λοιπόν μια περίτεχνη σχέση ανάμεσα στην Ποίηση και τον εραστή αναγνώστη.

Σχέση διαρκούς αναφοράς εκατέρωθεν, ιερή, πολλαπλή. Αν είναι

επιπόλαιη δεν μετράει.»


Σας αφήνω στις μαγικές εκείνες στιγμές που η ποίηση συμπυκνώνεται σε ελάχιστους στίχους και ο αναγνώστης, στην προκειμένη ο ακροατής , συντονίζεται απόλυτα με τον λόγο του ποιητή


Κίτσα-Στέργιος-Σουλτάνα


Η Καθηγήτρια -Φιλόλογος Κίτσα Σιάσιου ή όπως είπε ο Στέργιος η καθηγήτρια της Οδύσσειας,  την οποία είχα την τιμή  και γω να έχω καθηγήτρια στην Ιστορία και μετά καλή φίλη διαβάζει με το γνωστό της  πάθος το ποίημα ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΜΟΥ  



Κρυφτό στα σκοτεινά
από τη συλλογή «Ο Χρόνος και η Λίμνη» 2008

Ποτάμι ο χρόνος
μισός θύμησες
μισός λησμοσύνη
εγκλωβίζει την αρχέγονη ορμή του
στης λίμνης την ακύμαντη μακαριότητα.

Στο βυθό της καταλύουν
σκελετωμένα ναυάγια
συλημένα από υπόγεια ρεύματα
μα και ψήγματα χρυσού
που καρτερούν να λιχνιστούν 
από χιμαιροκυνηγούς.

Παραμύθι ο χρόνος 
μισός παιδί
μισός άντρας
παίζει κρυφτό στα σκοτεινά
σαν τις πρώτες αγάπες 



Τραγουδούν μαθήτριες του Μουσικού Σχολείου Σιάτιστας
Δυο μερών φεγγάρι τη ματιά σου έχει πάρει
κι αγκαλιάζει μεσ’ στα στήθη τη φωτιά.
Γη μου αλλοπαρμένη σαν γητειά με γυροφέρνει
που `χει κλέψει τα ακριβά σου μυστικά.

Αχ ! Κρυφό φιλί που τα χείλη σου κουρσεύει
σαν την αστραπή μέσα στη σιωπή.

Στρογγυλό φεγγάρι ξεπουλάει στο παζάρι
της αγάπης σου την άσπιλη ομορφιά.
Γη μου αγκιστρωμένη στου ονείρου την ανέμη
σου μαδάει τ’ ανεμοβρόχι την καρδιά.

Αχ ! Λαβωματιά που η λήθη δεν γιατρεύει
μ’ άλλην αγκαλιά και άσωτα φιλιά.




ΣΕ ΒΑΖΟ ΜΕ ΖΑΧΑΡΗ
FΑME STORY

Νύχτα περάσαμε τα σύνορα
φυγάδες
από την άνυδρη γη της πλήξης
μεταναστεύσαμε
στην αυτοκρατορία των λαμέ ψευδαισθήσεων 
όπου οι Φρουροί αντί φραγγελίου
έραιναν με ροδοπέταλα τη διέλευσή μας
κλειδώνοντας στη συνέχεια
κάθε πιθανότητα επαναπατρισμού.

Κι ήρθαν οι χορηγοί με τα χρυσά δόντια
να φουσκώσουν 
την ατροφική μας αυτοεκτίμηση 
με ιλουστρασιόν φενάκη
τη χαύνη μας αμβλύνοια
με κατατόπια μοναδικότητας
τη δίψα μας για διάκριση
με αποστάγματα υπεροψίας
την άνεργη αγχόνη μας
με εύπεπτα μεταλλαγμένα σταδιοδρομίας.

Ζήσαμε, έτσι, σε μια νύχτα
τη ζωή μας όλη
σαν ανάλαφρα σουξέ σε σκυλάδικο της εθνικής
σαν λαμπηδόνες τηλεπαθητικού οργασμού
σαν τις πυγολαμπίδες που
φυλακίζαμε μικροί σε βάζο
με λίγη ζάχαρη για τροφή
θαρρώντας πως θα έλαμπαν το καλοκαίρι ολάκερο.

Ένα με τη ζάχαρη
Τις βρίσκαμε το πρώτο χάραμα…
Νύχτα περάσαμε τα σύνορα
φυγάδες
από τον άνυδρο εαυτό μας 
μεταναστεύσαμε 
στην αυτοκρατορία του εικονικού εγώ.
2-5-2014 Τραπάντζειο Γυμνάσιο Σιάτιστας -Αφιέρωμα στον ποιητή Στέργιο Πολύζο























ΕΡΩΤΗΜΑ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΟ
                                     Στον Αλέκο

Μια σπηλιά είναι η ποίηση
κρυψώνας σαν η ζωή
φορά κουκούλα τρομοκράτη.
Μια σπηλιά όπου
ψηλαφώνας σύμβολα και αρχέγονες παραστάσεις
στους σταλαγμίτες του νου
καταδύεσαι
από τον αφρό της αντίληψης
στο βυθό του συναισθήματος.

Αγκαλιά μάνας είναι η ποίηση
τρέχεις και χώνεις τη μουσούδα
σαν τα φαντάσματα του ύπνου
φορούν ανθρώπινη προβιά
και σουλατσάρουν μέρα μεσημέρι.
Μια αγκαλιά που μοσκοβολά
ψωμί ζυμωτό και ζαχαρούχο προστασία και
ως πλακούντας διαχρονικός σε περιβάλλει.

Βέργα ακροβάτη είναι η ποίηση
αρωγός ισορροπίας σε ώρες δύστοκες
στο τσιτωμένο σκοινί
της λογικής και του πάθους.
Επανάκτηση απολεσθεισών αισθήσεων
μέσα σ΄ έναν κόσμο σαστισμένο
που κοιτά, μα δε βλέπει.

Αμέρωτο άλογο είναι η ποίηση
που ξεδιψά την έξαψή του στις λίμνες σου
όταν η πλάση γίνεται μια δρασκελιά
στον καλπασμό του
όταν ο ουρανός γίνεται μια ριξιά
στο πλατάγισμά του.

Γυναίκα θελκτική είναι η ποίηση
ψευδαίσθηση καλλίγραμμης αγκαλιάς 
που για χάρη της εργένης βουτάς στο μελάνι
μ΄αγωνία ν΄απαθανατίσεις τη στιγμή
φτηνό κακέκτυπο
τρικυμισμένων υπόγειων ρευμάτων
με πάντα αναπάντητο το ερώτημα:
η ζωή είναι για τη ποίηση ή
η ποίηση για τη ζωή ή
μήπως τελικά πρόκειται για ταυτοπροσωπία. 

Όταν- Σωκράτης Μάλαμας
Στίχοι Στέργιου Πολύζου




2η του ποιητική συλλογή «Αγκαλιά τα μεσάνυχτα»



Βιογραφικό μου είναι 
οι άνθρωποί μου
τραγούδι που φίλησε χείλη τα χείλη 
κρασί που μετάγγισε ψυχή την ψυχή 
για να μερέψει τον πόθο.
Κι όταν η μπίλια γύρισε 
και ήρθε η γη στον ουρανό 
το ίδιο τραγούδι φίλησε τα χείλη 
το ίδιο κρασί μετάγγισε την ψυχή.
Βιογραφικό μου είναι 
οι άνθρωποί μου…

Παρουσίαση Γιώργιος Κουζιώνης (Φιλόλογος)

Εγώ, ο ποιητής, γράφω. Σκέψεις και ερεθίσματα, βιώματα και εικόνες, συναισθήματα και απόψεις απλώνονται στο χαρτί και απευθύνονται σε μένα που γράφω και σε σένα που διαβάζεις. Πότε μου χαμογελούν γιατί η μεταμόρφωση του εσωτερικού σε κοινό είναι αυτό που περιμένω και πότε μου βγάζουν περιπαικτικά τη γλώσσα γιατί ούτε αυτό που ήθελα μπόρεσα να πω ούτε αυτό που διάβασα κατάφερε να μου πει κάτι. Ένα πάλεμα διαρκές είναι η ποίηση. 


Πριν λίγο καιρό, στη στήλη του στην «Καθημερινή», ο Παντελής Μπουκάλας έγραφε πως…
«για τους λογοτέχνες, ειδικότερα για τους ποιητές, τους αρχαιότερους του σογιού, κυκλοφορούν από παλιά πολλοί μύθοι, εγκατεστημένοι πια στο μυαλό μας με την ισχύ του κοινού τόπου. Είναι μοιρασμένοι σε περιγελαστικούς και σε εγκωμιαστικούς. Στις χλευαστικές αναπαραστάσεις τους, οι ποιητές δεν μπορεί παρά να είναι αλαφροΐσκιωτοι, βαρεμένοι, αγαθούληδες ή μάλλον αγαθότρελοι, ψώνια, άεργοι, ανεπρόκοποι ή και παράσιτοι, μονίμως μελαγχολικοί, αφού τους βαραίνει τόση ιστορία και τόσα γράμματα.

Στους επαινετικούς μύθους τώρα. Που συνυπάρχουν με τους ονειδιστικούς.
…Οι τιμητικοί θρύλοι θέλουν τους ποιητές περισσότερο ευαίσθητους από τους υπόλοιπους ανθρώπους, περισσότερο εμπνευσμένους, αφού τελούν υπό την επήρεια των Μουσών, όπως άλλοι υπό την επήρεια ουσιών. Τους εμφανίζουν επιπλέον μονίμως σοβαρούς, σχεδόν κατηφείς, από την πολλή περίσκεψη, γενναιόκαρδα αδιάφορους για την ταπεινή ύλη και υπεράνω των ταπεινών αισθημάτων και παθών· ένα κράμα προφήτη, γκουρού και σαμάνου, για να ενωθούν όλοι οι πολιτισμοί στο πρόσωπό τους.

Αν ο ποιητής Φανφάρας είναι μια καρικατούρα, ο ποιητής-υπερευαίσθητος/ υπερ-εμπνευσμένος/ υπερ-σοβαρός, ο οιονεί υπεράνθρωπος δηλαδή, παύει να είναι άνθρωπος και καταντάει επίσης καρικατούρα. Μια καρικατούρα του απρόσιτου ιδεώδους· ένα είδωλο, όταν δεν χρειαζόμαστε ειδωλολάτρες καμιάς μορφής.
Από τους ποιητές λοιπόν δεν ζητάμε ό,τι θα μπορούσε ίσως να μας δώσει ένας άγγελος ή ημίθεος, ένα πλάσμα ιδεώδες, δηλαδή πλαστό. Δεν θα μας το δώσουν γιατί δεν το μπορούν. Την ποίησή τους ζητάμε, αυτήν που μπορούν, είτε μείζονες θεωρούνται είτε υποβιβάζονται από την αυστηρή γραμματολογία στους ελάσσονες. Ζητάμε τα αποτελέσματα του πολέμου τους με τη γλώσσα μας, που το βαθύ και βαρύ παρελθόν της ορίζει και τις απαιτήσεις της απ’ όσους μπλέκουν μαζί της. Για να βρει ένα ξέφωτο ομορφιάς η ψυχή μας και να δουλέψει εντατικότερα ο νους μας διαβάζοντάς τους, δηλαδή περνώντας από τον δικό μας κόσμο στον δικό τους. Ξέρουμε ότι κάθε ποιητής σχηματίζει τον κόσμο του με τον δικό του τρόπο και δίνει τον δικό του ορισμό στην ποίηση. Αλλά εμείς διατηρούμε το πλεονέκτημα του αναγνώστη, που μπορεί να γευτεί και να γνωρίσει όλους αυτούς τους κόσμους»…
Τι θέλουμε λοιπόν όλοι εμείς, απόψε, εδώ συναθροισμένοι; Τι περιμένουμε; Πριν ρωτήσω τον Στέργιο το αυτονόητο -γιατί γράφεις;- ας αναρωτηθούμε όλοι το άλλο αυτονόητο: γιατί διαβάζουμε;
Ίσως για την ευχαρίστηση της ανάγνωσης και το γλυκό μούδιασμα της ψυχής. Ίσως για να σκαλίσουμε το νου και να απομακρύνουμε την πατίνα που σωρεύει ο χρόνος και η αμείλικτη καθημερινότητα.
Όπως και να ‘χει η ποίηση θέλει γερή κράση. Θέλει κουράγιο για να διαβάσεις και θέλει τόλμη για να γράψεις.
Να ξεκαθαρίσουμε και κάτι άλλο. Αυτό που γράφει ο Στέργιος δεν είναι μαθηματικά, αρχαία ή φυσικοχημεία. Πάει να πει δεν είναι πράγματα χειροπιαστά και θετικά που καθένας διαβάζει και καθένας καταλαβαίνει. Δεν εννοώ πως κάποιοι δεν δύνανται να διαβάσουν και να καταλάβουν. Λέω απλά πως ο καθένας που διαβάζει καταλαβαίνει διαφορετικά πράγματα. Πότε ξαφνιάζεται με τη χρήση λέξεων που δεν χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά του, πότε απορεί γιατί αυτή και όχι η άλλη λέξη, πότε αναγνωρίζει δικά του βιώματα σ’ αυτά που διαβάζει, πότε τον ξενίζουν τα βιώματα του άλλου.
Όλα αυτά όμως είναι εντελώς υποκειμενικά. Καθένας βρίσκει διαφορετικούς δρόμους για να επικοινωνήσει μ’ αυτόν που γράφει και κάποτε οι προορισμοί διαφέρουν. Ας μην τρομάζουμε όταν αυτό που έχει κατά νου ο ποιητής δεν το συλλάβαμε στην ολότητά του. Η σχέση με το ποίημα είναι αμφίδρομη ο φαντασιακός διάλογος με τον ποιητή είναι πάντα γόνιμος.
Στη συλλογή «Αγκαλιά τα μεσάνυχτα» ξεχωρίζεις τα βιώματα του ποιητή και εύκολα τα προβάλλεις στα δικά σου βιώματα. Διακρίνεις το δέος όταν μια νέα ζωή έρχεται στον κόσμο και ορίζεις έναν νέο άξονα για τη ζωή. Νιώθεις την απόπειρα του πουλιού που ανοίγει τα φτερά και έχει ανάγκη να ξεφύγει από την προστασία των γονιών του. Αγωνιάς για τα πρώτα σκιρτήματα της καρδιάς και του έρωτα που πρέπει να εισβάλει στην καθημερινότητά σου και να την ταράξει. Καταλαβαίνεις πως ο κόσμος γύρω σου δεν γνωρίζει πάντα την καλοσύνη και είναι συχνά αφιλόξενος. Αισθάνεσαι τον δημιουργό που πλέον μοιράζεται το έργο του όταν αυτό δημοσιοποιείται. Ταξιδεύεις σε αναμνήσεις και θύμησες που λανθάνουσες ξυπνούν μέσα σου. Αναδεύεις μέσα σου τα βιώματα της σχολικής ηλικίας και θυμάσαι τους πολλούς χτίστες του εαυτού σου. Και πάντα, παρόλα τα ταξίδια της μνήμης, δεν μπορείς να αγνοήσεις το -συχνά ζοφερό- παρόν.
Διαβάζοντας τα ποιήματα της συλλογής διακρίνεις το προσωπικό ύφος του γράφοντος.
Η γλώσσα ξαφνιάζει: άλλοτε η γλώσσα της καθημερινότητας, άλλοτε λόγια και φροντισμένη, κάποτε ακραία και προκλητική.
Διαβάζεις και ταξιδεύεις σαν σε μια θάλασσα που πότε σε καλωσορίζει στη γαλήνη της και σε αφήνει να αισθανθείς την ομορφιά του ταξιδιού που δεν θες να τελειώσει και πότε με ένα ξαφνικό μπουρίνι σε ταρακουνά, σε τρομάζει και αποζητάς την ασφάλεια του λιμανιού.
Η θεματολογία σαν μια παλέτα με πολλά χρώματα. Μας θυμίζει πράγματα, μας μαθαίνει πράγματα, αλλά και ξεσκεπάζει πράγματα.
Κι αυτό τελικά δημιουργεί την προσωπική σφραγίδα του Στέργιου Πολύζου, που, όπως εγώ καταλαβαίνω, το πρώτο που τον ένοιαζε ήταν να γράψει κι όχι οπωσδήποτε να τον διαβάσουμε.
Όπως και να ’χει το έργο του είναι και καλοδεχούμενο και ενδιαφέρον.


Με τον πάντα ιδιαίτερο και συναρπαστικό τρόπο της η Σουλτάνα Ζάβαλη Καθηγήτρια -Φιλόλογος διαβάζει  ποιήματα από τη συλλογή "Αγκαλιά τα μεσάνυχτα "   

ΠΥΘΙΑ

Σαν το ποτάμι κυλά ο καιρός
κι εμείς
σαν το φαντάρο που σβήνει μέρες στο μπλοκάκι
με το νου κολλημένο στη Μεγάλη
μικρή του Έξοδο
άλλοτε να μας πειράζει και
άλλοτε να μας συνεπαίρνει αυτό το
παιχνίδι για Μεγάλα
μικρά παιδιά.


Να μεγαλώσεις κάποτε

Και να μη μεγαλώσεις ποτέ! 























ΤΟ ΠΙΟ ΓΕΝΝΑΙΟ ΟΝΕΙΡΟ
                                    Στην Έφη

Κράτησα για το τέλος 
το πιο γενναίο όνειρο.
Φύλλα τα υπόλοιπα 
φλερτάρουν τον άνεμο και 
κάποια τελευταία 
μόλις ν' αγγίζουν τα κλώνια.
Το τύλιξα με της Χαράς τα κεντήματα και 
το κάρφωσα στον κόρφο μου 
με της αγάπης τα χάδια.
Το έδεσα σφιχτά στου νου το κατάρτι και 
το παρέδωσα στον άνεμο 
για να πετάω μαζί του.



Χρόνια χιόνια- Αλεξάνδρα Γκουντούλια


 
Αντάμωμα με ξωτικό -Ραφαήλ Τσακμάκης 



Ο Ποιητής Στέργιος Πολύζος κλείνει το αφιέρωμα  διαβάζοντας  ένα ποίημα που έγραψε για τη γενέθλια πόλη του τη Σιάτιστα







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου