μικρά όνειρα
βουίζουν γύρο σου
σκόνη από πεφταστέρια
τριβελίζει τα μάτια σου
Όταν είσαι παιδί
τρέχεις χαρούμενο στις εποχές
ένα κόκκινο χρυσάνθεμο
στολίζει το σπίτι σου
και μέσα στη φθινοπωρινή ομίχλη
οι ρώγες γεμίζουν μέλι το στόμα σου
Μετά τίποτα, παρά μόνο
αυτή η επαρχιακή ακινησία
με τις εποχιακές προσαρμογές της
άλλο ένα ίδιο φθινόπωρο
κουβαλάει μαζί του τις ίδιες συνήθειες
και έξω από τους ορθωμένους τοίχους
της επινοημένης μας ωριμότητας
τρέχει αλλόφρονα η συνετή μας ζωή
ξέχωρα απ΄τη φυσική της ροή
κι εκεί στη σιωπή των αμπελιών
σβήνουν τα τελευταία μας γέλια
Το παιδί μας έχει οριστικά
εγκαταλείψει
είμαστε ώριμοι λοιπόν
ρουφάμε σφηνάκια
από πλάνη ευτυχίας
για να αντέξουμε κι αυτό
το άλλο ίδιο φθινόπωρο
και τα σταφύλια της οργής
δεν έχουν ακόμη ωριμάσει
μόνο κάτι ξεχασμένες ρώγες
ξεχειλίζουν μια υγρή θαλπωρή
που διαπερνά το σώμα μας
σαν σιωπηρή σπονδή